- Επτά, Κυριακή 12 Ιουνίου 2011
Ο 29χρονος Βάτσλαβ Νιζίνσκι χορεύει
τελευταία φορά μπροστά σε λίγους θεατές, ενώ η καριέρα του βρίσκεται σε
κατακόρυφη πτώση. Η παράσταση θα έχει μοιραίο τέλος. Το ίδιο βράδυ,
στις 19 Ιανουαρίου 1919, τον στέλνουν στο φρενοκομείο.
Θα μείνει εκεί τριάντα ολόκληρα χρόνια. Από τις πρώτες μέρες του
εγκλεισμού αρχίζει να γράφει ένα πυρετώδες, παραληρηματικό ημερολόγιο.«Νιζίνσκι, είμαι μια μαριονέτα του Θεού», η παράσταση που ανεβάζει ο Σταύρος Τσακίρης το ερχόμενο Σάββατο στο Ηρώδειο με θέμα τον σημαντικότερο χορευτή του περασμένου αιώνα, «ακροβάτη» μεταξύ μεγαλοφυΐας και παράνοιας...
Ο σκηνοθέτης διασταυρώνει στοιχεία από τα ημερολόγια της γυναίκας του, Ρομόλα, της χορεύτριας των ρωσικών μπαλέτων Ταμάρα Καρσάβινα, της αδελφής του Νιζίνσκι καθώς και επιστολές που έγραψε αλλά δεν έστειλε ποτέ σε προσωπικότητες της εποχής και εκδόθηκαν πρόσφατα.
«Ο Νιζίνσκι είναι κλειδί κατανόησης του τι συνιστά τον 20ό αιώνα τη μοντερνιτέ» λέει ο σκηνοθέτης. «Μέσα από το παραλήρημά του γράφει σχεδόν με τη μέθοδο της αυτόματης γραφής, λέει σκληρά πράγματα που αφορούν την τέχνη και τον ρόλο του καλλιτέχνη, τη σχέση του με την κοινωνία, τους κριτικούς, τον θεό, την ίδια τη ζωή. Με τον ενδιαφέροντα τρόπο του παράφρονα, κυκλώνει το θέμα και, με απλές λέξεις, μικρές μικρές προτάσεις, λέει πολύ σημαντικά πράγματα. Υπήρξε καλλιτέχνης-προφήτης για όλες τις τέχνες».
Κι ενώ ο Νιζίνσκι κατηγορεί στο ημερολόγιό του τη γυναίκα του ότι τον υπομένει «γιατί τα σχέδιά του φέρνουν χρήματα», εκείνη στο δικό της, με μελίρρυτο ύφος, εμφανίζεται ερωτευμένη και αφοσιωμένη μέχρι τέλους. Πάντως το ημερολόγιο εκείνου κυκλοφόρησε σε δύο εκδοχές: το πρωτότυπο κι ένα δεύτερο, λογοκριμένο και ωραιοποιημένο...
Ο Σ. Τσακίρης διερεύνησε μέχρι και τις γνωματεύσεις των γιατρών για τη σχιζοφρένεια του Νιζίνσκι. Ο Φρόιντ ήθελε να δοκιμάσει πάνω του την καινούρια θεωρία του, ενώ τον είχαν εξετάσει ακόμα ο Γιουνγκ και ο Αντλερ. Ο τελευταίος μάλιστα είχε καταλήξει σε πόρισμα: σύνδρομο κατωτερότητας. Ο ουκρανικής καταγωγής Νιζίνσκι μεγάλωσε σε φτωχή οικογένεια, καταπιεσμένη και υποτελή στην τσαρική Ρωσία. Οι γονείς ήταν μπουλουξήδες χορευτές και ο παραπληγικός αδελφός του κλείστηκε για λάθος λόγους σε τρελοκομείο ώς τον θάνατό του.
Το θέαμα είναι σκληρό, γρήγορο, με ανατρεπτικό χιούμορ, ισορροπώντας ανάμεσα στο γκροτέσκο και τον εφιάλτη. Αρχίζει δε μ' ένα περίεργο περιστατικό. Το 1939 μια τάξη χορού επισκέπτεται τον απομονωμένο Νιζίνσκι με τη δασκάλα καθώς κι έναν παλιό πρώτο χορευτή των ρωσικών μπαλέτων. Οταν αρχίζουν να χορεύουν μπροστά του, εκείνος δεν αντιδρά, ώσπου μια κίνηση τον αφυπνίζει. Τον ρωτούν αν μπορεί ακόμα, στα 49 του, να κάνει εκείνο το περίφημο γκραν ζετέ. Και τότε ο Νιζίνσκι κάνει ένα επιτόπιο άλμα -πάνω από ένα μέτρο- που έχει απαθανατίσει ο φωτογράφος του «Life», παρών μετά από πρόσκληση της Ρομόλα.
Η παράσταση αναδεικνύει την περιπέτεια του Νιζίνσκι στα άσυλα, τα παιδικά χρόνια, τη γνωριμία, τον έρωτα και την καταπίεση που δέχθηκε από τον ιδρυτή και ιμπρεσάριο των ρωσικών μπαλέτων Σεργκέι Ντιάγκιλεφ, την εμμονή του με τις πόρνες, τον γάμο του με την ουγγαρέζα χορεύτρια Ρομόλα ντε Πούλτσκι στο Μπουένος Αϊρες, όταν βρέθηκε μακριά από την επιτήρηση του μέντορά του, Ντιάγκιλεφ. Οταν όμως επιστρέφουν στην Ευρώπη, ο τελευταίος σε μια έκρηξη ζήλιας, τους απολύει.
Για την καριέρα του Νιζίνσκι αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση. Ο Ντιάγκιλεφ τον εμπαίζει στέλνοντάς τον περιοδεία στον Καναδά για να κάνει επιθεωρησιακά νούμερα στα διαλείμματα παραστάσεων! Συνθέτες και ατζέντηδες τον αποφεύγουν. Αργότερα, στο Σεν Μόριτς, η Ρομόλα συνδέεται ερωτικά με τον γιατρό που κουράρει τον Νιζίνσκι και, απ' ό,τι λένε, γεννά μαζί του μια δεύτερη κόρη. Εκείνη ωστόσο μένει αφοσιωμένη στον άντρα της.
Στη σκηνή τα πρόσωπα του δράματος «απολογούνται» σε πρώτο πρόσωπο, μπαίνοντας και βγαίνοντας σε ρόλους. Ο Κωνσταντίνος Ρήγος ερμηνεύει τον χορευτή Νιζίνσκι και ο Γιάννης Τσορτέκης τον παράφρονα. Παίζει επίσης η Τατιάνα Παπαμόσχου, ενώ επεξεργασμένα για την παράσταση είναι μοτίβα του Στραβίνσκι. Χορεύουν οι Τ. Καραχάλιος, Γ. Νικολάου, Χ. Θεοδωροπούλου καθώς και δώδεκα μαθητές από την Κρατική Σχολή Χορού.
Ο εικαστικός Αλ. Ψυχούλης έχει εγκαταστήσει στη σκηνή μια ντουλάπα με δεκάδες χρήσεις καθώς επίσης και 200 μεταλλικούς κουβάδες γεμάτους νερό. Σε μια ηλεκτρική κουζίνα η Ρομόλα (Ευδοκία Ρουμελιώτη) μαγειρεύει βύσσινο γλυκό... Τα κοστούμια είναι του Αντώνη Βολανάκη, η μουσική του Νίκου Κυπουργού, η κίνηση του Κ. Ρήγου, οι φωτισμοί της Ελευθερίας Ντεκώ.
No comments:
Post a Comment