- Η ιστορία μιας 38χρονης κομμώτριας -μητέρας δύο παιδιών- που επηρεασμένη από την παράσταση αποφάσισε να αλλάξει τη ζωή της
- Της Σαντρας Βουλγαρη, Η Καθημερινή, Kυριακή, 6 Mαρτίου 2011
«Ενιωσα ειλικρινά ότι είχε ξεκινήσει μια καινούργια ζωή για μένα, κι από τότε μέχρι σήμερα συμβαίνει αυτό...». Τέσσερις ακριβώς έφευγε το απογευματινό δρομολόγιο εξπρές Αγρίνιο - Αθήνα και ο επαρχιακός σταθμός των ΚΤΕΛ φάνταζε εντυπωσιακά καθαρός και καινούργιος. Η κακοκαιρία που είχαν προβλέψει από τα βόρεια για εκείνη την ημέρα είχε ήδη κάνει αισθητή την παρουσία της, όμως καθισμένη στη θέση μου, κοιτώντας από το παράθυρο τα τοπία που περνούσαν μπροστά μου, είχα συνεχώς τα λόγια και την παρουσία της στο μυαλό. Δεν είναι κάθε μέρα που γνωρίζεις από κοντά ένα άτομο που αποφασίζει να αλλάξει τη ζωή του, πόσω μάλλον στις εποχές που διανύουμε. Κι όταν αυτό το «πέρασμα σε μια άλλη όχθη» συμβαίνει υπό την επήρρεια της τέχνης, ακόμη κι αν είναι μόνο η αφορμή, επιβάλλεται να το γνωρίσεις, να το νιώσεις, το όνειρο που βρήκε επιτέλους τον δρόμο του.
Την καλλιτεχνική χειμερινή σεζόν που μας πέρασε, μόλις είχε μπει το 2010, το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Αγρινίου ανέβαζε το έργο του Ουίλι Ράσελ «Εκπαιδεύοντας τη Ρίτα» (σκην. Βασίλη Νικολαΐδη), την ιστορία μιας κομμώτριας, η οποία ανακαλύπτει το πάθος της για την υψηλότερη μόρφωση. Ανάμεσα στο κοινό των παραστάσεων που δόθηκαν στην Κεντρική Σκηνή του ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου ήταν και μια κομμώτρια, η Ράνια Παπαθανάση, ίσως όχι η μοναδική, αφού η προσέλευση του κοινού στο θέατρο ειδικά τα τελευταία χρόνια υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση του Νικολαΐδη έχει σημειώσει ραγδαία αύξηση. Αμέσως μετά την παράσταση, ταυτισμένη με την ηρωίδα, η Ράνια Παπαθανάση αποφασίζει ότι μπορεί και θα το κάνει, θα τελειώσει το σχολείο που είχε αφήσει στη μέση, θα κάνει όνειρα και σχέδια φιλόδοξα, θα πάει στο πανεπιστήμιο, θα αλλάξει τη ζωή της. Και το έκανε.
Το κομμωτήριο της Ράνιας βρίσκεται απέναντι από το θέατρο σε μια μικρή στοά. Και η ιστορία της είναι πράγματι σαν να έχει βγει από βιβλίο.
Είχα ήδη διαβάσει την επιστολή που έγραψε εξιστορώντας την εμπειρία της, άρθρο που δημοσιεύτηκε σε αγρινιώτικες εφημερίδες, αλλά και στο φετινό πρόγραμμα του ΔΗΠΕΘΕ, είχα ήδη μιλήσει μαζί της για να κανονίζαμε το ραντεβού μας, κάτι όχι τόσο απλό αφού το πρόγραμμά της είναι πλέον αρκετά βαρύ. (Σχολείο το πρωί, μετά να τρέξει να πάρει τα παιδιά της, το ένα από το δημοτικό, το άλλο από τον παιδικό σταθμό, απόγευμα δουλειά στο κομμωτήριο, το βράδυ διάβασμα…). Αναρωτιόμουν πώς θα ήταν αυτή η γυναίκα που μεταμορφώθηκε από τη μέρα που είδε το «Εκπαιδεύοντας τη Ρίτα». Και είχα πλάσει πολλές εικόνες.
Ομως, ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. «Παίζουμε ένα έργο για μια κομμώτρια, δεν έρχεσαι να το δεις;» της είχε πει ο Βασίλης Νικολαΐδης ο οποίος κουρευόταν στο κομμωτήριό της. Ετσι, η Ράνια Παπαθανάση βρέθηκε ένα βράδυ στο θέατρο. «Ημουν τόσο συγκινημένη που βγήκα έξω από την παράσταση και δεν μπορούσα να συνέλθω, το έβλεπα μπροστά μου, έβλεπα μπροστά μου ότι είμαι στο σχολείο, ότι είμαι στα θρανία ξανά, ότι ήμουν με τους καθηγητές. Είχα πάει θυμάμαι με τον σύζυγό μου και έκλαιγα στην παράσταση και εκείνος μου έλεγε, γιατί κλαις και κάποια στιγμή γυρνάω και του λέω, αυτό που γίνεται εκεί πάνω μπορώ να το κάνω κι εγώ. Μου λέει, τι να παίξεις θέατρο; Οχι του λέω, να πάω στο σχολείο. Η Ρίτα το έκανε, γιατί όχι εγώ;».
Μια ψηλή, όμορφη γυναίκα με μακριά ξανθά μαλλιά και γαλανά μάτια (τριάντα οχτώ χρόνων, όπως μας αποκαλύπτει) κατέφτασε περπατώντας και μιλώντας στο κινητό της, για να μας συναντήσει στο μπαράκι «Σπείρα Σπείρα» στην Πλατεία Σιντριβανιού. Ενα βλέμμα που πετάει σπίθες, γεμάτο πάθος και πείσμα. Ντυμένη σαν μαθήτρια, με παντελόνι, σκουφάκι, φουλάρια, μας εξομολογείται ότι έχει πυρετό: «Κόλλησα από τα παιδιά μου». Παρ’ όλα αυτά φωτογραφίζεται σαν επαγγελματίας, ενώ παράλληλα μου διηγείται την εμπειρία της.
«Μου ήρθε τόσο απότομο όλο αυτό που ήθελα να περάσουν λίγες μέρες για να μπορέσω να συνέλθω, έτσι ώστε να μπω στη διαδικασία να ψάξω για καθηγητές. Ηταν στη μέση της χρονιάς, δεν μπορούσα να ξεκινήσω τότε και το θεώρησα βιαστικό να το κάνω, οπότε είπα ας κάνω μια προετοιμασία για να μπορέσω να μπω τον Σεπτέμβριο στα σχολεία.
Πέρσι τον χειμώνα πήγα στην παράσταση, αρχές Απριλίου ξεκίνησα ιδιαίτερα μαθήματα για να μπω τον Σεπτέμβριο στην Α΄ Λυκείου. Με στόχο πια το πανεπιστήμιο, όχι μόνο να πάρω το απολυτήριο του λυκείου. Ηταν κάτι που είχα στο μυαλό μου από μικρή, να σπουδάσω, αλλά για κάποιους λόγους έμεινα έξω από όλο αυτό. Η απόφαση που πήρα δούλευε μέσα μου εδώ και δέκα χρόνια. Σκεφτόμουν, ναι μεν η δουλειά μου καλή αλλά υπήρχαν κενά. Κι ήρθε σιγά σιγά και κούμπωσε με την παράσταση.
Ηταν το κερασάκι στην τούρτα. Τώρα ονειρεύομαι να σπουδάσω ψυχολογία στο Πάντειο, να ειδικευτώ στην δραματοθεραπεία». Καθώς διασχίζουμε τον δρόμο που οδηγεί στο θέατρο, τη ρωτάω πόσο δύσκολο ήταν να πάρει μια τέτοια απόφαση, αν την υποστήριξε το οικογενειακό της περιβάλλον. «Εχω φέρει 180 μοίρες όλη μου την πορεία και όλη μου τη ζωή. Δεν αναιρώ αυτό που με συντροφεύει και το συντροφεύω, δηλαδή τη δουλειά μου, που και την αγαπάω και την πονάω και θέλω να τη συνεχίσω, ούτως ή άλλως από αυτήν παίρνω και τη δύναμη και την οικονομική βοήθεια για να προχωρήσω, αλλά ξέρω ότι έχει ημερομηνία λήξης σε λίγα χρόνια.
Ειδικά η πατρική μου οικογένεια με υποστήριξε πολύ, νομίζω ότι αν δεν είχα τη μαμά μου και τον μπαμπά μου σε όλο αυτό δεν θα μπορούσα να τα είχα βγάλει πέρα και θέλω δημόσια να τους πω ένα μεγάλο ευχαριστώ για την τεράστια ψυχική δύναμη που μου έχουν δώσει».
Στην άδεια σκηνή του ΔΗΠΕΘΕ φοιτητές κάνουν πρόβα μια δική τους παράσταση που θα ανέβει σε λίγο καιρό. Δύσκολη για όλα τα Δημοτικά Περιφερειακά Θέατρα της χώρας η φετινή χρονιά, κατά την οποία θα αποφασιστεί τι θα κάνει τελικά ο Καλλικράτης. Με χρηματοδότηση 57.000 ευρώ για το εξάμηνο που διανύουμε, το πρόγραμμα στο Αγρίνιο, όπου τελευταίως είχαν ανέβει πολλές και ενδιαφέρουσες δουλειές, είναι συρρικνωμένο. Κρίμα, αφού όπως μου εξηγεί η Ράνια Παπαθανάση: «Στο Αγρίνιο δεν έχουμε άλλους τρόπους διασκέδασης, είναι μια πόλη λίγο αντιερωτική που δεν έχει οξυγόνο, δεν έχει πολλούς φοιτητές, δεν έχει θάλασσα, δεν έχει τουρισμό ούτως ώστε ο αέρας της πόλης να αλλάζει».
Οπως με πληροφόρησαν, υπάρχουν κι άλλοι που έχουν επηρεαστεί από την εμπειρία της, γυναίκες κυρίως που ακολουθούν τα βήματά της. Είναι αλήθεια ότι η δύναμη της απόφασής της είναι μεταδοτική. Στον δρόμο της επιστροφής, παρατηρώ μέσα από τα θολωμένα παράθυρα του λεωφορείου τις ανθισμένες αμυγδαλιές που προμηνύουν την άνοιξη. Κι έρχεται στο νου μου η τελευταία, αποχαιρετιστήρια φράση της. «Εχει περάσει σχεδόν ένας χρόνος από τότε που είδα την παράσταση και συνεχίζω με αμείωτο πάθος την προσπάθειά μου. Είμαι ευτυχής».
Τη δική του άποψη για την εμπειρία της Ράνιας Παπαθανάση σχολίασε σε συνομιλία του με την «Κ» ο Βασίλης Νικολαΐδης, σκηνοθέτης και καλλιτεχνικός διευθυντής του ΔΗΠΕΘΕ Αγρινίου.
«Στα τέσσερα χρόνια που εργάζομαι εδώ συνάντησα αρκετούς ανθρώπους οι οποίοι ήρθαν για πρώτη φορά στο θέατρο. Ομως, το να αλλάξει η ζωή ενός ανθρώπου από το θέατρο πρώτη φορά το συναντώ. Γενικά με ενδιαφέρει να ανεβάζω όχι έργα αισθητικής, αλλά έργα που έχουν κάτι να πουν στους ανθρώπους, όπως το συγκεκριμένο, που δείχνει ότι η γνώση δεν είναι κτήμα των λίγων αλλά μπορεί να γίνει των πολλών, αρκεί να μπουν στη διαδικασία. Είναι σημαντικό σε μια περίοδο που τα ΔΗΠΕΘΕ περνούν βαθιά κρίση να βλέπει κανείς ότι κάποια πράγματα που γίνονται πιάνουν τόπο. Για το “Εκπαιδεύοντας τη Ρίτα” έγινε ολόκληρη ιστορία, παίχτηκε πολύ, πήγαμε σε σχολεία. “Μπορεί άραγε μια θεατρική παράσταση να σε βάλει στη διαδικασία να σκεφτείς ότι μπορείς να αλλάξεις τη ζωή σου;” αναρωτιέμαι, και αμέσως μετά το επιβεβαιώνει η Ράνια Παπαθανάση. Αραγε δεν είναι αυτό το ζητούμενο της τέχνης ή ενός πολιτιστικού φορέα; Να επηρεάζει τους ανθρώπους και να θέτει βάσεις για τέτοιου είδους συμπεριφορές και αντιδράσεις;».
«Είναι δύσκολο να σπάμε τα αυγά μας. Το πιο εύκολο για τους ανθρώπους είναι να κλώθουν τα αυγά γιατί εκεί αισθάνονται σιγουριά και ασφάλεια, το πιο δύσκολο είναι να προχωρήσεις. Δεν θέλω να ωραιοποιώ καταστάσεις, αναγκαστικά στερείσαι πράγματα για να κάνεις αυτό που θέλεις, το όνειρό σου. Πρέπει να πηγαίνεις κόντρα στο ρεύμα. Δεν ήμουν ποτέ του βολέματος, ήμουν πολύ πεισματάρα ως έφηβη και νομίζω ότι αυτό το πείσμα βγήκε ξανά τώρα. «Εχεις το μαγαζί σου, βγάζεις λεφτά, έχεις τα παιδιά σου» μου λένε, «πού πας και μπλέκεις, γιατί βάζεις τόσα στο κεφάλι σου». Ηταν πολύ λίγοι αυτοί που επαίνεσαν τις προσπάθειές μου, οι περισσότεροι το χλεύασαν, είπαν πού πάει τώρα αυτή, αλλά γιατί τελικά να μην ακολουθούμε τα όνειρά μας; Οταν κάτι το θέλεις πολύ μπορείς να κινήσεις βουνά, αρκεί να συνειδητοποιήσεις ότι το θέλεις, ότι αυτός είναι ο προορισμός σου και να έχεις το κουράγιο να ξεβολευτείς».
- Ψυχή και πείσμα, τα δύο εφόδια στο ταξίδι
Η Ράνια Παπαθανάση μου εξομολογείται ότι κάνει έξι χρόνια ψυχανάλυση: «Οσες αλλαγές βίωσα μέσα μου δεν μπορώ να τις κρατήσω για μένα, θέλω να τις μεταλαμπαδεύσω και στους άλλους». Εξηγεί τον λόγο που επέλεξε να ακολουθήσει «την ψυχολογία και μόνο». Είναι ένας τομέας που όπως γελώντας αναφέρει εξασκεί εις βάθος στο κομμωτήριο... «Δεν μπορείτε να φανταστείτε τι ιστορίες ακούω την ώρα που χτενίζω».
Στο σχολείο αν και για καιρό οι δεκαεξάχρονοι συμμαθητές της την αντιμετώπιζαν με καχυποψία (παρά το γεγονός ότι υπάρχουν κι άλλες δύο μαθήτριες παντρεμένες με παιδιά), τώρα πια της λένε όλα τους τα προβλήματα. «Με βλέπουν σαν μαμά τους».
Ανάμεσα στα φώτα του κομμωτηρίου που έχει ανάψει για να μιλήσουμε τη βλέπω να βουρκώνει όταν θυμάται την εμπειρία της βραδιάς στο «Εκπαιδεύοντας τη Ρίτα». Πέρα από τις δικές της ανάγκες που είχε έρθει η ώρα να αφυπνιστούν ήταν η ερμηνεία της ηθοποιού Κάτιας Γέρου που λειτούργησε καταλυτικά. Η ενσάρκωση της Ρίτας. «Πήγα λοιπόν στην παράσταση και να σας το πω όπως το ένιωσα, παρακολουθούσα το έργο με κομμένη την ανάσα. Μου άρεσε το θέαμα, ο Γιάννης Κρανάς που έπαιζε τον καθηγητή, αλλά εκεί που στάθηκα ήταν στη Ρίτα της Κάτιας Γέρου. Μου θύμισε τόσο έντονα εμένα!
Μια πεισματάρα, παιχνιδιάρα κομμώτρια που δεν της αρκούσε η δουλειά της, αλλά ένιωθε πως είχε αφήσει κάτι μέσα της «ακαλλιέργητο». Ενιωθε πως ήθελε να πει πολλά, να επαναστατήσει, μα δεν ήξερε πώς, τον τρόπο. Είχε όμως την ψυχή και το πείσμα, δύο εφόδια πολύ σημαντικά για να τολμήσεις ν’ αλλάξεις τη ζωή σου. Ξεκινάει λοιπόν ένα ταξίδι για ένα όνειρο, που για πολλούς φαντάζει άπιαστο. Ετσι η ανήσυχη, ανικανοποίητη κομμωτριούλα καταφέρνει να μπει στο Πανεπιστήμιο και να κάνει το όνειρό της πραγματικότητα. Τα γράφει τόσο ωραία η ίδια Κάτια Γέρου στο πρόγραμμα που το έχω κρατήσει ώς σήμερα».
«Στις κοινωνίες που ζούμε, όπου σαφώς δεν έχουμε όλοι ούτε ίσες ευκαιρίες, ούτε ίσα δικαιώματα, όπου άλλοι ματώνουν για να εξασφαλίσουν τα προς το ζην και άλλοι έχουν τα πάντα, η Ρίτα ορθώνει το ανάστημά της και παλεύει για να αποκτήσει πρόσβαση στην παιδεία και στον πολιτισμό. Δεν τα θεωρεί πολυτέλεια, τα θεωρεί απαραίτητα. “Αυτά που μου μαθαίνεις εσύ για λογοτεχνία, θέατρο και τα ρέστα, με κάνουν να νιώθω για πρώτη φορά ζωντανή”, λέει στον δάσκαλό της.
Και καταρρίπτει όλα τα ταμπού, ότι η τέχνη είναι για λίγους, ότι είναι “δύσκολη” κ. λ. π όλα αυτά τα ταμπού που ισχύουν δυστυχώς και σήμερα. Συγκινείται με τον Σαίξπηρ και τον Τσέχωφ γιατί τα κείμενα αυτά από ανθρώπους γράφτηκαν και σε ανθρώπους απευθύνονται. Δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο μιας άρχουσας τάξης διανοουμένων. “Θέλω να καλυτερέψω τη ζωή μου, να βρω τον εαυτό μου”, λέει και μας παίρνει όλους με το μέρος της. Μιλάει απλά, αδέξια, άγαρμπα και με αφοπλιστική ειλικρίνεια. Παλεύει και επιμένει. Αυτή είναι η ομορφιά της».
No comments:
Post a Comment