- ΚΡΙΤΙΚΗΤου ΛΕΑΝΔΡΟΥ ΠΟΛΕΝΑΚΗ
Ο Αλέξανδρος Δουμάς είχε κάποτε πει προφητικά ότι: "ο θεατρικός συγγραφέας που θα κατορθώσει να συνδυάσει τη γνώση των ανθρώπων ενός Μπαλζάκ με τη γνώση του θεάτρου ενός Σκριμπ, εκείνος θα αναδειχθεί ο μεγαλύτερος". Ο συγγραφέας αυτός αναδείχθηκε ήδη, πρόκειται αναμφίβολα για τον Ερρίκο Ίψεν. Στα έργα του συνδυάζει την τέλεια γνώση των ανθρώπων ενός Μπαλζάκ, με την αξεπέραστη τεχνική ενός Σκριμπ. Σήμερα ξέρουμε ότι το ονομαζόμενο "Γαλλικό καλοφτιαγμένο έργο σαλονιού" χρησίμευσε ως πρότυπο στον Ίψεν για τα μείζονα αστικά του δράματα.
Όντας για ένα διάστημα, στα νεανικά του χρόνια, διευθυντής του Θεάτρου της Χριστιανίας και υποχρεωμένος να ανεβάζει κάθε χρόνο έναν ορισμένο αριθμό αναλόγων γαλλικών έργων, τα μελέτησε καλά... και αντέγραψε δημιουργικά την άριστη τεχνική τους, ανατρέποντάς τα όμως εκ βάθρων. Το έκανε μάλιστα "μπαλζακικά", με τον ίδιο τρόπο δηλαδή που ο Μπαλζάκ (συγχρόνως με τον Ντοστογιέφσκι, εκ παραλλήλου με τον Ντίκενς, αλλά μέσα από άλλη οπτική), ανέτρεψε ριζικά το οικοδόμημα του κυρίαρχου ώς τότε μυθιστορήματος, με το να στρέψει την εξωστρεφή, μέχρι τότε, ροή του προς τα μέσα, ελευθερώνοντας τον μύθο από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό της πλοκής, διασπώντας την ευθύγραμμη "διήγηση συμβάντων" και ανοίγοντας διάπλατα τον δρόμο στη "μοντέρνα" γραφή, στην οποία το αφήγημα είναι συγχρόνως ένα "αφηγούμενο".
Ξεκινώντας από τη διαπίστωση της πολυπλοκότητας των κινήτρων και την άβυσσο της ψυχής του ανθρώπου, ο Ίψεν τοποθετεί κρυφά και "ανεπαισθήτως" κάτω από το πάτωμα του αστικού σαλονιού μια αόρατη, εμπρηστική βραδυφλεγή "βόμβα", ρυθμισμένη ώστε να εκραγεί "στην ώρα της": τη στιγμή ακριβώς που ο ήρως πρέπει να επιλέξει αν θα επιστρέψει, μετανοημένος μετά τις μικρές ή μεγάλες ατασθαλίες του, στην ασφάλεια της οικογένειας και στην αγκάλη της κοινωνίας, πρόθυμων πάντα να "συγχωρήσουν", και να δεχθούν, πίσω στο μαντρί, με το αζημίωτο βέβαια, το "απολωλός πρόβατο". Αυτός είναι ο βασικός κανόνας του "Γαλλικού καλοφτιαγμένου έργου σαλονιού", που για τον Ίψεν δεν έχει όμως κύρος, και φροντίζει έτσι να τον υπονομεύσει με τα ίδια τα όπλα του, διατηρώντας την τεχνική του. Η τοποθετημένη εγκαίρως "βόμβα" εκρήγνυται τη στιγμή ακριβώς που πρέπει, ανατινάζοντας εκ θεμελίων το αστικό σαλόνι μαζί με τους ενοίκους του.
Παγιδευμένη μέσα στους ψυχρούς, απάνθρωπους θεσμούς, η απαρηγόρητη ψυχή του ανθρώπου εκρήγνυται, με θρυαλλίδα πάντα μια πυρακτωμένη φύση γυναίκας. Οι επαναστατημένες "Νόρες" του Ίψεν ποτέ δε θα επιστρέψουν στο άνετο κελλί της οικογενειακής φυλακής τους. Ας τους προσάπτουν οι κριτές τους βαριά ψυχοπάθεια, όντας οι ίδιοι ανίκανοι να διακρίνουν την ψυχοπάθεια από το πάθος ψυχής. Επειδή δεν αντιλαμβάνονται ότι πρόκειται για μια επίπλαστη "ψυχοπάθεια" γένους ποιητικού, που χρησιμεύει ως καταλύτης για να γίνει η ζύμωση και να μετατραπεί το γαλλικό "καλοφτιαγμένο έργο" σε ένα εντελώς νέο είδος, σε μια σύγχρονη, οικουμενική, υπαρξιακή τραγωδία.
Μπορούμε πολύ καλά να καταλάβουμε γιατί προκάλεσαν τόσο μεγάλη αντίδραση όταν πρωτοπαίχτηκαν τα έργα του Ίψεν, σε μια Βόρεια Ευρώπη βαθιά πουριτανική και προτεσταντική, που δεν έχει αλλάξει μέχρι σήμερα στα βασικά, παρά τις μεγαλόστομες διακηρύξεις της για το αντίθετο. Η "Νόρα" ειδικά χαρακτηρίστηκε, και εξακολουθεί εν μέρει να χαρακτηρίζεται ως σχιζοφρενής. Η αναχώρησή της στο τέλος του έργου δεν "χωνεύεται" και επιχειρείται με "βελτιωτικές επεμβάσεις" είτε να αλλοιωθεί το μήνυμα είτε να "απαλυνθεί" η δριμύτητα της καταγγελίας του.
Η ελληνική "Νόρα" που είδαμε στο "Θέατρο Τόπος Αλλού", σε διασκευή και σκηνοθεσία του Νίκου Καμτσή (ο τίτλος: "Νόρα μετά"), είναι μια προσπάθεια να δούμε, υπό το πρίσμα του σήμερα, τη "συνέχεια" της ιστορίας της Νόρας: τι της συμβαίνει μετά τη μοιραία τελική επιλογή της; Ποιους δρόμους παίρνει; Το εγχείρημά της είχε συνέχεια; Να διερευνήσουμε, ακόμη, το κρίσιμο θέμα της "ψυχασθένειας" της ηρωίδας. Υπήρξε η Νόρα επαναστάτρια ή σχιζοφρενής; Πώς τη βλέπει η "απελευθερωμένη" εποχή μας; Αυτά είναι τα ερωτήματα γύρω από τα οποία περιστρέφεται η παράσταση, σε μια μάταιη, σύμφωνα με τη γνώμη μου, προσπάθεια "φροϋδικής" ανάλυσης της ηρωίδας. Υπενθυμίζω κάτι που έχει ήδη ειπωθεί, ότι ο Σαίξπηρ και ο Ίψεν μάς βοηθούν ώστε να καταλάβουμε καλύτερα τον Φρόυντ, όχι το αντίθετο.
Ο σκηνοθέτης και διασκευαστής Νίκος Καμτσής, για να πετύχει τα πιο πάνω, αλλάζει βασικούς άξονες του έργου, μετατρέποντας π.χ. τον γιατρό Ρανκ από σύμμαχο και φίλο της Νόρας σε ψυχίατρο-εξουσιαστή της. Και αυτό είναι, ανάμεσα στις λοιπές ανάλογες πρωτοβουλίες του, κάτι που ανατρέπει όλη τη λογική του Ιψενικού θεατρικού οικοδομήματος, χωρίς να φωτίζει τίποτε. Αντίθετα, συσκοτίζει. Μένει ένα παιχνίδι παραπλανητικών ψευδο-μοντέρνων θολών κατόπτρων χωρίς ουσία, μέσα στο οποίο αυτοπαγιδεύεται η σκηνοθεσία παγιδεύοντας και τους λοιπούς συντελεστές, που δεν θα ήθελα να κρίνω σεβόμενος τον μόχθο τους. Τους ηθοποιούς (Μαρλέν Σαΐτη, Νίκος Αλεξίου, Πολύκαρπος Πολυκάρπου, Γιώργος Κροντήρης, Γεωργία Μαυρογεώργη), τη σκηνογράφο και ενδυματολόγο (Μίκα Πανάγου), τον μουσικό (Χρήστος Ξενάκης) και τη χορογράφο (Ναταλία Στυλιανού)
No comments:
Post a Comment