«Οταν υπάρχουν 1.300 παραγωγές, τόσες δραματικές σχολές και επιθυμία της έκφρασης, το θέατρο μοιάζει με τις ειδικές αποστολές». Τα λόγια του Γιάννου Περλέγκα πριν από λίγο καιρό στην «Κ» καθρεφτίζουν ακριβώς την κατάσταση που κυριαρχεί στο ελληνικό θέατρο όπου το μεγαλύτερο μέρος προσπαθεί να επιβιώσει με ποσοστά. «Ο εθελοντισμός», όπως λέει ο σκηνοθέτης και εικαστικός Γιάννης Σκουρλέτης, κάνει τους νέους ηθοποιούς να νιώθουν «ημιχομπίστες». Τα έλεγε εδώ και δύο χρόνια ο ηθοποιός Κωνσταντίνος Ασπιώτης περιγράφοντας τον χώρο: «Δεν ασφαλιζόμαστε, δεν έχουμε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, πρόβες δεν πληρωνόμαστε, δουλεύουμε με ποσοστά, αφού βγουν τα έξοδα πρώτα του ηλεκτρολογείου. Γίναμε ημιεπαγγελματίες».
Από τότε δεν άλλαξαν πολλά. Παρά μόνο στον ετήσιο αριθμό παραγωγών που παρά την κρίση, τις αμοιβές που κατρακύλησαν, την ανεργία που οι ίδιοι οι άνθρωποι του χώρου την καταγράφουν στο 90%, η ανάγκη για έκφραση αυξάνεται διαρκώς. Αλλά και εκείνη που θέλει κάθε ηθοποιό και μια δική του ομάδα και χώρο.
Σε μια Αθήνα που μετρά ακόμη κλειστά καταστήματα, ξεπηδούν διαρκώς θέατρα. Αποθήκες, βιοτεχνίες, υπόγεια, τρύπες που αλλάζουν χέρια, κι αν δεν πιάσουν, κλείνουν και αναζητούνται καινούργιοι χώροι, σε άλλες γειτονιές. Με την ίδια βιασύνη προσαρμόζεται και το ρεπερτόριο. Ελάχιστα σκηνικά και κυρίως συντελεστές που τα κάνουν όλα. Ο ηθοποιός που γίνεται σκηνοθέτης και μεταφραστής, σκηνογράφος, κάνει και τη μουσική επιμέλεια της παράστασης (εκτός αν βρεθεί κάποιος φίλος να γράψει μουσική), αναλαμβάνει και τους φωτισμούς.
Να πώς οι 1.000 παραγωγές που θεωρούσαμε εξωφρενικό αριθμό τα Χριστούγεννα έφτασαν τις 1.300, με παραστάσεις που δοκιμάζονται για δύο εβδομάδες και, αν δεν προχωρήσουν, ετοιμάζονται άλλες, επιμένοντας σε ένα όνειρο που καταλήγει εφιάλτης. Μια πλαστή πραγματικότητα, με σχολές που δεν ελέγχει κανείς, θέατρα που δεν κόβουν εισιτήρια αλλά στηρίζονται στα δωρεάν που δίνουν ραδιοφωνικές εκπομπές και κάποια σόσιαλ μίντια, με καλλιτέχνες που «τα κάνουν όλα και συμφέρουν», με μια νέα γενιά ηθοποιών που θεωρεί αυτονόητο ότι δεν αμείβεται. Μια συμπεριφορά που στηρίζεται στην αυτοθυσία όχι όμως στον επαγγελματισμό.
Ισως τώρα χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ άλλοτε την Ακαδημία Τεχνών.
Από τότε δεν άλλαξαν πολλά. Παρά μόνο στον ετήσιο αριθμό παραγωγών που παρά την κρίση, τις αμοιβές που κατρακύλησαν, την ανεργία που οι ίδιοι οι άνθρωποι του χώρου την καταγράφουν στο 90%, η ανάγκη για έκφραση αυξάνεται διαρκώς. Αλλά και εκείνη που θέλει κάθε ηθοποιό και μια δική του ομάδα και χώρο.
Σε μια Αθήνα που μετρά ακόμη κλειστά καταστήματα, ξεπηδούν διαρκώς θέατρα. Αποθήκες, βιοτεχνίες, υπόγεια, τρύπες που αλλάζουν χέρια, κι αν δεν πιάσουν, κλείνουν και αναζητούνται καινούργιοι χώροι, σε άλλες γειτονιές. Με την ίδια βιασύνη προσαρμόζεται και το ρεπερτόριο. Ελάχιστα σκηνικά και κυρίως συντελεστές που τα κάνουν όλα. Ο ηθοποιός που γίνεται σκηνοθέτης και μεταφραστής, σκηνογράφος, κάνει και τη μουσική επιμέλεια της παράστασης (εκτός αν βρεθεί κάποιος φίλος να γράψει μουσική), αναλαμβάνει και τους φωτισμούς.
Να πώς οι 1.000 παραγωγές που θεωρούσαμε εξωφρενικό αριθμό τα Χριστούγεννα έφτασαν τις 1.300, με παραστάσεις που δοκιμάζονται για δύο εβδομάδες και, αν δεν προχωρήσουν, ετοιμάζονται άλλες, επιμένοντας σε ένα όνειρο που καταλήγει εφιάλτης. Μια πλαστή πραγματικότητα, με σχολές που δεν ελέγχει κανείς, θέατρα που δεν κόβουν εισιτήρια αλλά στηρίζονται στα δωρεάν που δίνουν ραδιοφωνικές εκπομπές και κάποια σόσιαλ μίντια, με καλλιτέχνες που «τα κάνουν όλα και συμφέρουν», με μια νέα γενιά ηθοποιών που θεωρεί αυτονόητο ότι δεν αμείβεται. Μια συμπεριφορά που στηρίζεται στην αυτοθυσία όχι όμως στον επαγγελματισμό.
Ισως τώρα χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ άλλοτε την Ακαδημία Τεχνών.
No comments:
Post a Comment