Ηρώδειο, 1980: Ο Μάνος Κατράκης με το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο παρουσιάζει τον «Χριστόφορο Κολόμβο» του Νίκου Καζαντζάκη. Στο στιγμιότυπο διακρίνεται και ο Θόδωρος Εξαρχος.
Η βραδιά της 24ης Αυγούστου 1955 έμελλε να περάσει στην Ιστορία ως μία από τις πλέον αισιόδοξες και πολλά υποσχόμενες στιγμές της μεταπολεμικής ελληνικής διαδρομής. Η συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών υπό τον μόνιμο αρχιμουσικό της Θεόδωρο Βαβαγιάννη και με τη συμμετοχή της κοντράλτο Ελενας Νικολαΐδη - μιας από τις πλέον περιζήτητες λυρικές τραγουδίστριες της εποχής σε παγκόσμια κλίμακα - στο Ηρώδειο σήμανε την πανηγυρική έναρξη του Φεστιβάλ Αθηνών. H λάμψη με την οποία περιβλήθηκε η πρεμιέρα ήταν ενδεικτική της υψηλής στόχευσης: σύσσωμη η βασιλική οικογένεια, μέλη της κυβέρνησης, ισχυροί παράγοντες της δημόσιας ζωής, αλλά και πλήθος κόσμου συνέρρευσαν στο Ρωμαϊκό Ωδείο χειροκροτώντας ολόθερμα τους συντελεστές, οι οποίοι την επόμενη ημέρα εξέφραζαν την ευαρέσκεια, αλλά και τη συγκίνησή τους στον Τύπο της εποχής. Μια γοητευτική πνευματική περιπέτεια άρχιζε σε μια χώρα που μετρούσε ακόμη τις πληγές της από τον Πόλεμο και τη μετέπειτα αδελφοκτόνο σύγκρουση. Εξήντα χρόνια αργότερα, το Φεστιβάλ Αθηνών έχει καταγραφεί όχι μόνο ως η πλέον δημοφιλής καλλιτεχνική γιορτή του καλοκαιριού, αλλά και ως ο καθρέφτης των πολιτικοκοινωνικών μεταβολών και του αντίστοιχου αντίκτυπου στην πολιτιστική ζωή και τα αισθητικά πρότυπα.
Η βραδιά της 24ης Αυγούστου 1955 έμελλε να περάσει στην Ιστορία ως μία από τις πλέον αισιόδοξες και πολλά υποσχόμενες στιγμές της μεταπολεμικής ελληνικής διαδρομής. Η συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών υπό τον μόνιμο αρχιμουσικό της Θεόδωρο Βαβαγιάννη και με τη συμμετοχή της κοντράλτο Ελενας Νικολαΐδη - μιας από τις πλέον περιζήτητες λυρικές τραγουδίστριες της εποχής σε παγκόσμια κλίμακα - στο Ηρώδειο σήμανε την πανηγυρική έναρξη του Φεστιβάλ Αθηνών. H λάμψη με την οποία περιβλήθηκε η πρεμιέρα ήταν ενδεικτική της υψηλής στόχευσης: σύσσωμη η βασιλική οικογένεια, μέλη της κυβέρνησης, ισχυροί παράγοντες της δημόσιας ζωής, αλλά και πλήθος κόσμου συνέρρευσαν στο Ρωμαϊκό Ωδείο χειροκροτώντας ολόθερμα τους συντελεστές, οι οποίοι την επόμενη ημέρα εξέφραζαν την ευαρέσκεια, αλλά και τη συγκίνησή τους στον Τύπο της εποχής. Μια γοητευτική πνευματική περιπέτεια άρχιζε σε μια χώρα που μετρούσε ακόμη τις πληγές της από τον Πόλεμο και τη μετέπειτα αδελφοκτόνο σύγκρουση. Εξήντα χρόνια αργότερα, το Φεστιβάλ Αθηνών έχει καταγραφεί όχι μόνο ως η πλέον δημοφιλής καλλιτεχνική γιορτή του καλοκαιριού, αλλά και ως ο καθρέφτης των πολιτικοκοινωνικών μεταβολών και του αντίστοιχου αντίκτυπου στην πολιτιστική ζωή και τα αισθητικά πρότυπα.
Η ιδέα για την καθιέρωση ενός φεστιβάλ των «τεχνών του υψηλού» στην Αθήνα - παράλληλα με το «δίδυμό» του χρονικά, αφιερωμένο στο αρχαίο δράμα στην Επίδαυρο - ανήκει στον υπουργό Προεδρίας της κυβέρνησης Παπάγου, Γεώργιο Ράλλη. Για την υλοποίησή του εκλήθη ο διάσημος σκηνοθέτης της Μητροπολιτικής Οπερας της Νέας Υόρκης Ντίνος Γιαννόπουλος, ο οποίος ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση, «χτίζοντας» τη νέα διοργάνωση με απόλυτη ελευθερία. Το νεότευκτο φεστιβάλ θα περιελάμβανε «συμφωνικάς συναυλίας, μελοδράματα, αρχαίας τραγωδίας και άλλας εκδηλώσεις, εμπνευσμένας κατά το πλείστον από την ελληνικήν Ιστορίαν, μυθολογίαν και λογοτεχνίαν με τη συμμετοχή ελλήνων καλλιτεχνών που διαπρέπουν εντός κι εκτός Ελλάδος, καθώς και διασήμους καλλιτέχνας και συγκροτήματα». Ως χώρος διεξαγωγής επελέγη το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού, το οποίο τότε βρισκόταν σε κακή κατάσταση, ωστόσο από τις αρχές του αιώνα φιλοξενούσε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, συχνότερα συναυλίες. Την οργάνωση του φεστιβάλ ανέλαβε ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού σε μια κίνηση που μαρτυρούσε το «άνοιγμά» του σε νέες προοπτικές.
To πρώτο εκείνο φεστιβάλ διήρκεσε περί τις σαράντα ημέρες με τη σύμπραξη κατά βάση του Εθνικού Θεάτρου, της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, ενώ ανάμεσα στα ονόματα που συμμετείχαν συναντούμε την Κατίνα Παξινού, τον Αλέξη Μινωτή, τον Ανδρέα Παρίδη, τον Κώστα Πασχάλη. Οι εκδηλώσεις κορυφώθηκαν με την πολυαναμενόμενη εμφάνιση της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Νέας Υόρκης υπό τον Δημήτρη Μητρόπουλο, ο οποίος επέστρεφε στην Ελλάδα ύστερα από δεκαεπτά χρόνια απουσίας. Οι δύο προγραμματισμένες συναυλίες στο Ηρώδειο έγιναν τρεις, τελικά, στην αίθουσα του «Ορφέα» μια που η βροχή επέβαλλε τη διεξαγωγή τους σε κλειστό χώρο. Ο Τύπος κάλυψε την επιστροφή του Μητρόπουλου σχεδόν λεπτό προς λεπτό, ενώ η επιτυχία των συναυλιών ήταν τόσο μεγάλη, ώστε όχι μόνο οι συγκρίσεις με τα εγχώρια σύνολα ήταν αναπόφευκτες, αλλά και ο αντίκτυπος στον προγραμματισμό των επόμενων χρόνων ήταν ηχηρός...
«Στην πορεία του, το Φεστιβάλ Αθηνών πολλές φορές έδωσε αφορμές για τέτοιου είδους συγκρίσεις» διαβάζουμε στην ιστοσελίδα της διοργάνωσης. «Οποτε η περιρρέουσα ατμόσφαιρα το επέτρεπε, καθρέφτιζε το άνοιγμα της ελληνικής καλλιτεχνικής κοινότητας στον κόσμο. Οποτε πάλι τα πράγματα υπέκυπταν στην ελληνική εσωστρέφεια, θριάμβευε ο επαρχιωτισμός...». Οι φράσεις αυτές αντανακλούν πράγματι την πορεία των επόμενων χρόνων. Λαμπερές διεθνείς μετακλήσεις με σκοπό τον διάλογο με ό,τι σημαντικό συνέβαινε στη Δύση, προσπάθεια αναβίωσης και σύγχρονης ερμηνείας του θεατρικού ρεπερτορίου της κλασικής αρχαιότητας, αλλά και ατέρμονη «μάχη» ανάμεσα σε μοντέρνα και σε κατεστημένη καλλιτεχνική έκφραση χάραξαν τους βασικούς άξονες της διοργάνωσης.
Ενδεικτική η αναδρομή σε ονόματα: η Μαρία Κάλλας, η Τζίνα Μπαχάουερ, ο Λέοναρντ Μπερνστάιν, το δίδυμο Μαργκότ Φοντέιν-Ρούντολφ Νουρέγιεφ, η Φιλαρμονική του Βερολίνου υπό τον Χέρμπερτ φον Κάραγιαν, τα Μπαλέτα του 20ού αιώνα του Μορίς Μπεζάρ, τα Μπαλέτα Κίροφ με τη Νατάλια Μακάροβα, ο Πάμπλο Καζάλς, ο Νταβίντ Οϊστραχ, ο Μστισλάβ Ροστροπόβιτς, ο Γεχούντι Μενουχίν ήταν μερικοί μόνο από τους διάσημους αστέρες του παγκόσμιου στερεώματος που εμφανίστηκαν στο φεστιβάλ προτού η επτάχρονη δικτατορία καταδικάσει τη διοργάνωση σε μαρασμό και απομόνωση.
Mεταπολιτευτικά, η διοργάνωση οδηγήθηκε σε αυξανόμενο υδροκεφαλισμό, πράγμα που κατέληξε βαθμιαία σε έναν χαρακτήρα μάλλον θολό. Οι σημαντικές μετακλήσεις δεν έλειψαν. Ονόματα όπως του Σβιατοσλάβ Ρίχτερ, του Κόλιν Ντέιβις, της Αγνής Μπάλτσα και του Χοσέ Καρέρας, του Κουρτ Μαζούρ, του Ρικάρντο Μούτι, αλλά και συγκροτήματα όπως τα Μπαλσόι της Μόσχας, η Φιλαρμονική της Βιέννης, η ομάδα της Μάρθα Γκράχαμ, το Piccolo Teatro του Μιλάνου ήταν μερικές μόνο από τις εντυπωσιακές συμμετοχές των τελευταίων δεκαετιών. Οχι σπάνια, όμως, συνυπήρξαν με εκδηλώσεις μάλλον άσχετες με το πνεύμα και τους στόχους που θα ανέμενε κανείς από τη διοργάνωση...
Τα τελευταία χρόνια, υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση του Γιώργου Λούκου, το στίγμα στην Αθήνα έδωσε το «άνοιγμα» σε χώρους με πρώτη την Πειραιώς 260 που λειτουργεί παράλληλα με το εμβληματικό Ηρώδειο δίνοντας έμφαση σε εκδηλώσεις θεάτρου και χορού. Η Σιλβί Γκιλέμ, η Μαγκί Μαρέν, ο Τόμας Οστερμάγερ είναι κάποιοι από τους διεθνείς καλλιτέχνες οι οποίοι εξελίχθηκαν σε σταθερούς φίλους της διοργάνωσης. Αναφορικά με την Επίδαυρο, ονόματα όπως αυτό της Πίνα Μπάους και του Κέβιν Σπέισι γνώρισαν μεγάλη επιτυχία στο Αρχαίο Θέατρο. Παρ' όλα αυτά, ο πολυσυζητημένος «διεθνής χαρακτήρας» ακόμη αναζητείται και ίσως το εφετινό ορόσημο να είναι μια καλή αφορμή για να ανοίξει επί της ουσίας ο δημόσιος διάλογος.
* ΙΣΜΑ Μ. ΤΟΥΛΑΤΟΥ
Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino τo Μ. Σάββατο 11 Απριλίου 2015
* ΙΣΜΑ Μ. ΤΟΥΛΑΤΟΥ
Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino τo Μ. Σάββατο 11 Απριλίου 2015
No comments:
Post a Comment