Το έργο του Johannes von Tepl, «O Θάνατος και ο Αγρότης», που γράφτηκε το 1400 μ.Χ. και μεταφράστηκε στα Ελληνικά από τον Αντώνη Πέρη, ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα, από σήμερα στο θέατρο «Faust». Το πρωτότυπο έργο είναι ένα πολύ ιδιαίτερο προαναγεννησιακό κείμενο, που πραγματεύεται τη βαθιά αντιπαλότητα ανθρώπου και θανάτου με λυρισμό, ακρίβεια και χιούμορ. Η αντιπαλότητα αυτή που διαφαίνεται και καταγράφεται με διάφορους τρόπους στην Τέχνη, διαπερνά και αφήνει το αποτύπωμά της στον Ερωτα. Η Ρούλα Πατεράκη υπογράφει τη σκηνοθεσία, αλλά και τη διασκευή και τη δραματουργία του έργου, ενώ κρατά και τον ρόλο του Θανάτου. Στο ρόλο του Αγρότη ο Αλέκος Συσσοβίτης.
«Την περίοδο που γράφεται το έργο, το 1400, η Ευρώπη χάνει τον μισό πληθυσμό της από την πανούκλα» εξηγεί ο πρωταγωνιστής. «Ο θάνατος κυριαρχεί, σαρώνει, ο κόσμος πεθαίνει σωρηδόν. Ο συγγραφέας θεωρεί ότι ο θάνατος είναι υπόλογος στον Θεό. Οχι άδικα, γιατί η ζωή είναι όμορφη. Αυτό το λίγο που ζούμε, γιατί να μην το χαρούμε παραπάνω;».
- Η αγωνία του ανθρώπου
Ο Αγρότης χάνει τη γυναίκα του και τα βάζει με τον θάνατο. Ποια η απαίτησή του; «Να επιστρέψει πίσω η γυναίκα του και να το επιτύχει εγείρει επιχειρήματα εναντίον του θανάτου. Ζητάει να παρουσιαστούν και οι δύο, ο Αγρότης και ο Θάνατος, μπροστά στον Θεό με την ελπίδα ότι ο Θεός θα τον δικαιώσει. Αυτό σήμερα είναι αφελές, παράλογο για τη δική μας σκέψη. Γιατί όσο αβάσταχτος και να είναι ο πόνος της απώλειας, δεν ζητά κανείς να παρουσιαστεί ενώπιον του Θεού».
Εξ ου και η Ρούλα Πατεράκη διασκεύασε το έργο, διατηρώντας ως άξονα «την αγωνία του ανθρώπου μπροστά στον θάνατο, τον αγώνα του ανθρώπου να νικήσει τον θάνατο. Αυτό είναι το πιο σύγχρονο πράγμα που μπορούμε να πούμε».
Χρησιμοποιώντας μοτίβα διακειμενικότητας το κείμενο μιλάει για τον θάνατο, όχι (μόνο) στεγνά και καταθλιπτικά αλλά και με λεπτό ανεπαίσθητο χιούμορ.
«Τις κοινωνίες μας τις φτιάχνουμε με τέτοιον τρόπο ώστε να μεγιστοποιήσουμε την απόλαυση και την ευτυχία που έχουμε και να απομακρύνουμε τον θάνατο. Ολη η επιστήμη της υγείας, κατά κάποιο τρόπο, γι' αυτό αγωνίζεται». Ομως, νικιέται ο θάνατος; «Διόλου απίθανο. Με την κλωνοποίηση ή με κάτι άλλο, ίσως να είναι κι αυτό μέσα στη δυνατότητα του ανθρώπου στο μέλλον» απαντά. «Πάντως, μέσα στη φαντασίωση του ανθρώπου, η νίκη του θανάτου είναι κάτι απόλυτα θεμιτό. Ετσι οργανώνεται η κοινωνία: να ξεφύγουμε από τον θάνατο. Δεν ξεφεύγουμε; Προσπαθούμε να αφήσουμε έργο ή παιδιά, ώστε να μείνουμε μετά θάνατον. Κάπως θέλουμε να διαιωνιστούμε». Η αναμέτρηση Αγρότη και Θανάτου αναδεικνύεται σε μοντέρνο «κάδρο» εκεί όπου απουσιάζει ο Θεός.
«Σε ένα άσυλο ανιάτων τέσσερα πρόσωπα παίζουν θέατρο, ένα παιχνίδι, αγωνίζονται σε μια λυσσαλέα πάλη σχιζοφρένειας για την κυριαρχία στον κόσμο». Σε αυτό το σημείο υπάρχει και η τομή με το ανθρωποκεντρικό σύστημα της Αναγέννησης, οπότε γράφτηκε το έργο.
«Εάν τα βάλεις με τον θάνατο, τα βάζεις εμμέσως με τον Θεό. Σηκώνεις το ανάστημά σου. Αυτή είναι ανθρωποκεντρική θέση» σημειώνει η Ρούλα Πατεράκη.
Το πλαίσιο του ψυχιατρείου αποτελεί το «άλλοθι, για να δει κανείς τα μεγάλα θέματα του έργου, όπως η σκιά του θανάτου. Θίγει βαθύτατα υπαρξιακά διλήμματα η παράσταση. Απαιτεί να διαβάζει ο θεατής πίσω από τις λέξεις» σύμφωνα με τον Αλέκο Συσσοβίτη. Για την Ρούλα Πατεράκη όλο αυτό «έχει ένα ρίσκο που μου αρέσει πολύ».
Ποιος έχει το δίκιο με το μέρος του; Ποιος επικρατεί, εν τέλει; «Ο καθένας επικαλείται το δίκιο του. Ο Αγρότης πιστεύει ότι αυτός έχει δίκιο. Το ίδιο πιστεύει και ο Θάνατος» συμφωνούν. «Είναι μια πάλη δικαίου. Και οι δύο πιστεύουν ότι έχουν δίκιο αλλά με διαφορετικό τρόπο. Είναι η διαμάχη του δικαίου του θανάτου να παίρνει τις ζωές και του ανθρώπου να θέλει να διατηρήσει τη ζωή και τη δύναμή του επάνω στη φύση. Ο Θάνατος θεωρεί τον εαυτό του κυρίαρχο και ο άνθρωπος το ίδιο. Ο Θάνατος είναι πιο απαλός, πιο παιδικός, πιο κυνικός, πιο αδιάφορος» υπογραμμίζει η Ρούλα Πατεράκη. «Σφάζει με το βαμβάκι» συμπληρώνει ο Αλέκος Συσσοβίτης.
«Ο Θάνατος παρουσιάζεται πιο σκοταδιστής, μεταφέρει τη δύναμη του σκοταδιού». Είναι «μια εσωτερική διαμάχη του καλού και του κακού. Ο Αγρότης επικαλείται τον έρωτα, το καλό, τις αρετές που έδωσε ο Θεός στον άνθρωπο, το φως».
ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΚΑΡΑΛΗ, ΕΘΝΟΣ, 17/04/2015
No comments:
Post a Comment