Της Μαρίας Μαρή
Η ΑΥΓΗ: 22/06/2012
Τέσσερις κοπέλες σε εμβρυακή στάση, δίπλα σε μεγάλα κουτιά, ανασηκώνονται για να ξεδιπλώσουν τον μίτο της ζωής σε έναν μεταφυσικό χώρο μετά θάνατον, να ανακαλέσουν τη ζωή τους και τον επώδυνο και άδικο θάνατό τους. Σε αυτόν τον κενό χώρο του επέκεινα προβάλλει η υποχρέωση να διηγηθούν την προσωπική ιστορία, μέσα από ένα κείμενο ποιητικό και συνάμα σκληρό, της Μαίης Σεβαστοπούλου, που επιγράφεται Το τέλος δε αυτής πικρόν ως αψίνθιον, οξύ ως μάχαιρα δίστομος, που ανέβηκε στη σκηνή του «Αγγέλων Βήμα» και είχε παρουσιαστεί πριν από πέντε χρόνια στην (τότε) Πειραματική Σκηνή του Εθνικού. Η πρώτη, η Αντωνία, μετονομάστηκε σε Αντώνη για να ευχαριστήσει σαν γιος έναν μέθυσο πατέρα και να αποκαταστήσει την πικραμένη και σπιλωμένη μάνα της, από έναν προ του γάμου αδικαίωτο έρωτά της. Αυτή/αυτός έστρωνε πλακάκια και όλοι την είχαν για αγόρι. Ερωτεύτηκε ένα κορίτσι του χωριού, χλευάστηκε και αυτοκτόνησε, κρεμάστηκε φορώντας το νυφιάτικο της μάνας της, φόρεμα που κάθε τόσο ξέθαβε εκείνη, σκεπτόμενη τον χαμένο έρωτά της, και έτσι έβαλε τέλος στα μαύρα είκοσι τρία χρόνια της.
Η Άλμα, αυτή η Αλβανή, η εξαιρετική μαθήτρια, η γεμάτη χαρά, αγνότητα και ζωή, με τον αγώνα να εδραιωθεί και με όνειρο να μπει στην Ιατρική, να ξεπεράσει το «στίγμα» της μετανάστριας, ερωτεύεται μοιραία έναν συντοπίτη της, ο οποίος την οδηγεί σε απόμερο μέρος και βοηθά δύο «φίλους» του να τη βιάσουν απάνθρωπα. Λέει χαρακτηριστικά πως το μόνο που θυμάται είναι μια μεγάλη πέτρα πριν συνθλίψει το κεφάλι της.
Η Δέσποινα, υιοθετημένη κόρη ενός ζευγαριού, συναντά τη ναρκομανή, παραπαίουσα, αμφιβόλου ηθικής μητέρα της, η οποία μέσα στη θολούρα του μυαλού της, μέσα στο σκοτάδι της, συνευρίσκεται ερωτικά με άνδρες και εκδηλώνει την έξη της μπροστά στο παιδί της, το οποίο το μόνο που ζητά είναι την αποδοχή της και να είναι ευτυχισμένες μαζί. Αυτό το «μαζί» την οδηγεί να ενδώσει στην από κοινού χρήση ναρκωτικών, πρώτη και τελευταία φορά για τη Δέσποινα, που σβήνοντας η ζωή της αποκαλεί για πρώτη φορά «μητέρα» εκείνη που την κέρασε τον θάνατο.
Η τελευταία ηρωίδα, η Μαργαρίτα, το «προϊόν», ζει με τη μητέρα της και συναντιέται σε τακτά διαστήματα με τον πατέρα της. Ενώ ανυπομονεί για τις συναντήσεις αυτές, η μητέρα δεν δείχνει τόσο ευχαριστημένη, αντίθετα, είναι ανήσυχη και εμμένει να ρωτά πού πηγαίνουν κάθε φορά και ησυχάζει όταν πληροφορείται ότι πηγαίνουν σε δημόσιους χώρους. Η Μαργαρίτα διηγείται πόσο θαυμάζει τον πατέρα της και πόσο ανυπομονεί γι’ αυτές τις συναντήσεις τους. Δεν άργησε η εμπλοκή της σε σχέση, όπως συνέβη εξάλλου και με τη μητέρα της. Ο άνθρωπος αυτός που ήταν ομοίως πατέρας και εκείνης και της μητέρας της. Εν ολίγοις η Μαργαρίτα ενέχεται σε ερωτική σχέση με τον πρόγονό της, πατέρα και παππού της. Όταν αντιλαμβάνεται ότι είναι προϊόν αιμομιξίας βάζει τέλος στη ζωή της, σε εκείνο το μπαλκόνι όπου η μητέρα της της υποδείκνυε να αλείφεται με οινόπνευμα και να κάθεται στον ήλιο, προφανώς για να διωχθεί το μίασμα.
Και οι τέσσερις ηρωίδες βρίσκονται σε μια δίνη, προσπαθώντας να γίνουν αποδεκτές από ένα κοινωνικό σύνολο, είτε μικρό είτε μεγαλύτερο. Όλες είναι βεβαρημένες από ένα σκοτεινό παρελθόν και όλες αποζητούν την αποδοχή. Ακόμα και εκείνος ο έρωτας της Άλμα, εγκλημάτησε για να γίνει αποδεκτός από το λάθος δυστυχώς σινάφι.
Και οι τέσσερις αποτελούν ένα σώμα, η κίνησή τους είναι συντονισμένη, εναρμονισμένη, άρτια χορευτική, οδηγημένη από τη συγγραφέα και σκηνοθέτη της παράστασης Μαίη Σεβαστοπούλου. Με κοστούμια που υποδήλωναν το τοπικό στοιχείο και την παράδοση του ελληνικού χώρου, στον οποίο εντάσσονται οι αφηγήσεις, καθώς και ένα κόκκινο ζωνάρι, σημείο του αίματος, του εγκλήματος, του θανάτου...
Ο λόγος της Μ. Σεβαστοπούλου ακούγεται λαγαρός, ο στόχος επιτυγχάνεται. Η ατμόσφαιρα δημιουργείται κάθε φορά, το ίδιο και τα συναισθήματα και οι εντυπώσεις. Πρόκειται για ένα κείμενο που καταδεικνύει τα κενά της κλειστής επαρχιακής κοινωνίας, τη μη αποδοχή του Άλλου, τα ένοχα πάθη και τις συμφορές τους, την έλλειψη επικοινωνίας, στοργής, αγάπης, την επικράτηση του εγώ χωρίς να εκτιμηθούν οι παράπλευρες απώλειες, που υπηρετούσαν με αυθεντικές ερμηνείες οι ηθοποιοί Νίκη Αναστασίου, Μόνικα Κολοκοτρώνη, Κατερίνα Κυβετού και Σοφία Σαπρίκα.
* Η Μ. Μαρή είναι θεατρολόγος και εκπαιδευτικός
No comments:
Post a Comment