Ο σκηνοθέτης Ν. Διαμαντής παρουσιάζει μια διαφορετική παράσταση στο Μπενάκη
Της Γιωτας Συκκα, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 24/6/2012
Μία επίσκεψη στο Μουσείο Μπενάκη στην οδό Πειραιώς, στις 5, 6 και 7 Ιουλίου, θα δώσει στις διαδρομές του κοινού στην πόλη και στο θέατρο μια διαφορετική διάσταση. Εκεί, σε διάφορες γωνιές του κτιρίου, κυρίως τις μη συμβατές και μάλλον τις πιο απίθανες, ο σκηνοθέτης Νίκος Διαμαντής έστησε το Μουσείο Ανθρώπινης Συμπεριφοράς. Μια θεατρική εγκατάσταση στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, που βασίζεται στα αποτελέσματα έρευνας του θεάτρου «Σημείου», το οποίο δραστηριοποιείται στη γειτονιά πίσω από το Πάντειο Πανεπιστήμιο από τα μέσα της δεκαετίας του ’80.
Αλλά, ας τα πάρουμε από την αρχή. Την πρώτη ημέρα, η δράση ξεκινάει στις 12 το μεσημέρι ενώ τις άλλες δύο στις 6 το απόγευμα. Ο θεατής ή ο περαστικός που φτάνει ώς εκεί, δεν χρειάζεται εισιτήριο παρά μόνο τον απαραίτητο χάρτη με την κάτοψη του κτιρίου, που προμηθεύεται στην είσοδο, πριν αρχίσει να αναζητεί το ζωντανό έκθεμα κάθε χώρου. Κάπως έτσι αρχίζει να βιώνει το δρώμενο, μόνος του ή με τη βοήθεια οδηγών και ξεναγών, ηθοποιών δηλαδή, οι οποίοι επαναλαμβάνουν το credo της παράστασης οδηγώντας τον στις διαδρομές που επιλέγει. Δράσεις στα πιο αλλόκοτα σημεία του μουσείου, «στις ραφές του» λέει χαρακτηριστικά ο σκηνοθέτης για τους χώρους, ανάμεσά τους και κάποιοι που ανοίγουν για πρώτη φορά. Η ταράτσα του Μπενάκη είναι ένας απ’ αυτούς, όπως το μηχανοστάσιο, οι ράμπες του μουσείου, ενώ το αίθριο είναι γνώριμο σε όλους. Ακόμη και τα ασανσέρ και οι τουαλέτες επιλέχτηκαν στις διαδρομές που έχουν στόχο τις εναλλακτικές αναγνώσεις.
Θα αναρωτηθεί κανείς τι θα παρακολουθεί το κοινό; «Ενα μεταδραματικό μωσαϊκό που παρουσιάζεται από ηθοποιούς, οι οποίοι λειτουργούν ως ζωντανά εκθέματα, ενσωματώνοντας ρόλους και προσωπεία». Θα τους δείτε να στέκονται μπροστά από έναν επεξεργασμένο σταυρό πάνω στον οποίο είναι καρφωμένο ένα ρυζόχαρτο. Αυτό, εξηγεί ο Ν. Διαμαντής, ορίζει τη διάσταση του χώρου πάνω στο οποίο κινούνται. Οσο για το κοινό, όρθιο στις περισσότερες περιπτώσεις, παρακολουθεί κι άλλοτε συνδιαλέγεται με αυτόν που είναι μπροστά του.
Τα θέματα ποικίλα: η μνήμη, η λήθη, ο έρωτας και ο θάνατος, η χαρά, η αγάπη και το έλεος, το σεξ, το γήρας, η ουτοπία, η δημοκρατία, η σκιά, η θρησκεία κ. ά., «συνθέτουν μια βιωματική σκιαγράφηση δίνοντας τη δυνατότητα στον θεατή να στοχαστεί». Ιστορίες, διηγήσεις, ήχοι, θεατρικά και λογοτεχνικά κείμενα, με βάση μια θεαματική 20 ενοτήτων, συγκροτούν το φάσμα της ανθρώπινης ύπαρξης. Το κοινό συνομιλεί αν θέλει, ενώ σε άλλα σημεία προκαλείται, ακόμη και να συμμετάσχει σε ένα λιθοβολισμό.
Μα τι σόι προτροπή είναι αυτή στην εκρηκτική εποχή μας; «Θα δούμε αν θα το κάνει», απαντάει σιβυλλικά ο εμπνευστής και σκηνοθέτης της ιδέας. «Αλλοι άνθρωποι θα κληθούν να συμμετάσχουν στο κλάμα ή στις δράσεις για την πολιτική και τη δημοκρατία». «Χρησιμοποιούμε θεατρικές συμπεριφορές», καθησυχάζει τους ανυποψίαστους θεατές. «Στην ουσία, διερευνούμε όλη τη σχέση της θεατρικής γλώσσας σε ένα χώρο με τον θεατή σε διάφορες μορφές. Εχουμε ένα θέατρο στα όρια», λέει ο Νίκος Διαμαντής.
Η αλληλεγγύη
Αλλά η απορία παραμένει. Ποιος είναι ο λόγος που κάνει αυτή την παράσταση, δρώμενο ή θεατρική εγκατάσταση όπως την ονομάζει ο ίδιος, η οποία αποτελείται από ένα σύνολο ανθρώπινων δραστηριοτήτων και όλες μαζί συνιστούν το μουσείο του ανθρώπου. «Η αλληλεγγύη», απαντά, κατηγορηματικά ο σκηνοθέτης. «Το θέατρο σήμερα έχει πρόβλημα αλληλεγγύης. Δεν είναι παρόν στις εξελίξεις. Πρέπει να ξαναμιλήσει για πράγματα ουσίας. Το Μουσείο Ανθρώπινης Συμπεριφοράς δείχνει τη δυνατότητα μιας ομάδας 40 ανθρώπων να δουλέψουν σε έναν κοινό παρονομαστή και να στοχαστούν όλοι τους προς μια κοινή κατεύθυνση: τι κάνω, ποιος είμαι, πώς υπάρχω. Η έννοια άνθρωπος δεν τελειώνει ποτέ».
Ολα ξεκίνησαν όταν εντόπισε το βασικό πρόβλημα του χώρου του: «Καλές παραστάσεις, άλλες καλύτερες, άλλες λιγότερο, συζητήσεις για την ανυπαρξία χρηματοδοτήσεων. Συζητάμε όλοι μας με οικονομικούς όρους, για το μνημόνιο, το αντιμνημόνιο, τις συντεχνίες. Αυτό απεικονίζει την αμηχανία να μιλήσουμε επί της ουσίας για την αλληλεγγύη γενικότερα. Το θέμα είναι να ξαναχτίσεις από την αρχή το οικοδόμημα. Η κρίση δεν έβγαλε την καλύτερη πλευρά μας. Μας έκανε φοβικούς, δύσπιστους, άλλους πιο επιθετικούς, σε όλα τα επίπεδα της καθημερινότητας. Μας ενόχλησε το τηλεοπτικό ξύλο λίγο πριν από τις εκλογές όμως είναι σχεδόν εδώ κι ένα χρόνο που δέρνονται στα τηλεοπτικά παράθυρα και χάνεται η ανθρωπιά μας.
Θυμηθείτε την παράσταση του “Κανένα” που κάναμε στο Σημείο με αφορμή τον τραγικό θάνατο του συνανθρώπου μας που αποκοιμήθηκε σε κάδο σκουπιδιών και πολτοποιήθηκε από απορριμματοφόρο. Εδώ και δύο χρόνια, χάνονται άνθρωποι, ζευγάρια, σπίτια και το μόνο που κάνουμε είναι να παρατηρούμε. Στον δικό μου χώρο συζητάμε αν θα μειώσουμε το εισιτήριο για να δει το κοινό την τετρακοσιοστή παράσταση. Δεν συζητάμε, ωστόσο, γιατί κάνουμε θέατρο, αν μας έχει ανάγκη και για ποιο λόγο η κοινωνία μας;»
Αυτά επισημαίνει και στους μαθητές του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά και στη σχολή τού «Εμπρός» όπου είναι διευθυντής.
Τι τους συμβουλεύει; «Ο, τι και στον γιο μου: να γίνουν πολύ καλοί σε αυτό που επέλεξαν. Η σωτηρία των νέων είναι να κάνουν αυτό που ποθεί η ψυχή τους στο υψηλότερο επίπεδο». Τα πράγματα δεν είναι εύκολα για τα παιδιά που ξεκινούν. Δύσκολα όμως είναι και για τους επαγγελματίες που έχουν θεατρικά σχήματα όπως και ο ίδιος. «Η αναθεώρηση της αγοράς αναποδογύρισε και τον χώρο του θεάτρου. Κι εμείς οφείλουμε να γίνουμε καλύτεροι για να έχουμε λόγο ύπαρξης. Ο κόσμος πρέπει να δει το καλύτερο, όχι το οικονομικότερο». Αυτό που προέχει είναι η συνένωση δυνάμεων. Αυτή, θα ανοίξει διαύλους επικοινωνίας ανάμεσα σε ανθρώπους που έχουν διαφορετικές οπτικές στα πράγματα, θα δώσει διαφορετικές εκπαιδευτικές δυνατότητες στα θέατρα, στους ηθοποιούς και στις εργασιακές σχέσεις, διαφορετικές δυνατότητες χρήσης χώρων, θα δημιουργήσει ένα πλέγμα.
Υπερτροφικός εγωισμός
«Η γενιά μας, αυτή του ’80, άλλαξε όλο το ελληνικό θέατρο. Μίλησε για το αβάν–γκαρντ θέατρο, την πρωτοπορία, το θέατρο ουσίας με διάφορους τρόπους επί 30 χρόνια. Αυτό που δεν κάναμε ήταν να συνεργαστούμε με ειλικρίνεια μεταξύ μας. Ο εγωισμός μας ήταν υπερτροφικός».
Το πρόβλημα του χώρου δεν είναι οι επιχορηγήσεις. «Για ποια κινητικότητα συζητάμε στον χώρο του επιχορηγούμενου θεάτρου όταν η κινητικότητα είναι μηδενική στον υπόλοιπο χώρο που ελέγχεται από το κράτος: ΔΗΠΕΘΕ και κρατικές σκηνές; Δεν υπάρχει κανένα δίκτυο συμμετοχής και συνενοχής των ανθρώπων του θεάτρου. Θα μπορούσαν να λειτουργήσουν σαν οχήματα συνεργασίας σε ένα δίκτυο. Συνεργασία σημαίνει ανανέωση, μετακίνηση, συνέργειες. Αντίθετα, τέθηκαν οι επιχορηγήσεις ως μπακαλική, τι, πόσο και σε ποιους θα δώσουμε». Θέμα είναι και η διαπαιδαγώγηση των θεατών. «Το κοινό έχει μεταλλαχτεί και συχνά συμμετέχει και ενισχύει την παρεξήγηση γύρω από το θέατρο. Οι καλλιτέχνες στην προσπάθειά τους να “δέσουν” περισσότερο κόσμο, δημιουργούν τέτοιου είδους θεάματα εκβιάζοντας μια εύκολη συγκίνηση και συμμετοχή».
Τι βλέπει για τον θεατρικό χειμώνα; «Θα είναι δύσκολος αλλά με καλύτερες παραστάσεις. Αυτός που πέρασε ήταν αμήχανος, όμως ο κόσμος ήταν δίπλα μας. Το θέατρο ήταν από τους κερδισμένους της κρίσης, δεν βούλιαξε. Εμείς κάναμε λιγότερο καλές παραστάσεις γιατί αναλωθήκαμε στο τι θα ζητήσουμε από το κράτος. Για να συνεχίσουμε πρέπει να γίνουμε πιο τολμηροί, εφευρετικοί και ουσιαστικοί. Είναι η μεγάλη ευκαιρία του θεατρικού χώρου: να ξαναθέσει αλλιώς τα πράγματα».
No comments:
Post a Comment