- Μυρτώ Λοβέρδου
- Ο ηθοποιός µιλάει για θέατρο, σινεµά, Αστυνοµία και επανάσταση
- ΤΟ ΒΗΜΑ: 20/11/2011
Τα διεθνή κινηµατογραφικά βραβεία που έλαβε την τελευταία διετία στα φεστιβάλ του Λοκάρνο και του Σαν Σεµπαστιάν για την «Ακαδηµία Πλάτωνος» και τον «Αδικο κόσµο» αντίστοιχα θύµισαν το µέγεθος της υποκριτικής του περσόνας. Στις δύο ταινίες που υπογράφει ο Φίλιππος Τσίτος ο Αντώνης Καφετζόπουλος έκανε την Ελλάδα να ακουστεί µε θετικό τρόπο σε εποχές που κάτι τέτοιο σπανίζει. Τώρα επιστρέφει στο θέατρο σκηνοθετώντας την «Ατέλειωτη βροχή» του Κιθ Χαφ, µε τον ∆ηµήτρη Αλεξανδρή και τον Γιάννη Στάνκογλου, ένα έργο που γνώρισε τεράστια επιτυχία στο Μπρόντγουεϊ µε τους Χιου Τζάκµαν και Ντάνιελ Κρεγκ.
– Κύριε Καφετζόπουλε, μέσα σε δύο χρόνια είχατε σημαντικές διακρίσεις στη μεγάλη οθόνη...«Με τις ταινίες έχω µια µακρά ιστορία. ∆εν είναι όπως στο θέατρο, όπου µπαίνω και βγαίνω. Με εξαίρεση ένα µικρό διάστηµα που δεν ταίριαζαν τα χνώτα µου µε µια γενιά κινηµατογράφου, εδώ και 30 χρόνια είναι αδιάκοπη και φυσιολογική η σχέση µου. Η συνάντηση µε τον Φίλιππο Τσίτο ήταν και για τους δυο µας, θα έλεγα, κάπως καθοριστική. Ηταν πολύ σηµαντικό για µένα ως βετεράνο και για εκείνον ως φρέσκο στον χώρο».
– Πάντα αντιμετωπίζατε διαφορετικά το θέατρο;«Στο θέατρο δεν ήθελα καθόλου να κάνω πράγµατα στην κεντρική θεατρική σκηνή. Από την άλλη, η µη θεατρική κεντρική σκηνή µε αντιµετώπιζε µε επιφύλαξη λόγω αυτού του µπες-βγες µου. Στο θέατρο θέλω έναν χώρο που να χωρά 150 ανθρώπους για να είµαστε κοντά µε το κοινό, να βλεπόµαστε. Από τη θεατρική πιάτσα υπήρχε µια πίεση για µεγάλες σκηνές και µεγάλες παραγωγές. ∆εν µε τρελαίνει αυτό, δεν µε ευχαριστεί. Κάνω καλύτερα τη δουλειά µου όταν αισθάνοµαι ότι µε τους θεατές είµαι σε απόσταση τέτοια που να µπορούν να δουν λεπτές αποχρώσεις του ρόλου».
– Τι είναι η «Ατέλειωτη βροχή»; «Στην “Ατέλειωτη βροχή” οι δύο ρόλοι µεταφέρουν στη σκηνή, είτε µονολογώντας είτε σε διάλογο, άλλες σκηνές και άλλα πρόσωπα. ∆ύο κλασικοί αµερικανοί αστυνοµικοί πολύ δεµένοι µεταξύ τους µοιράζονται µια σχέση ζωής και θανάτου καθώς βρίσκονται µόνοι µέσα σε ένα περιπολικό. Εχουν µια κοντινή σχέση και ταυτοχρόνως υπάρχει γύρω τους µια κοινωνία που τους πιέζει να αποφασίσουν ποιος είναι δίκαιος, ποιος τίµιος. Οσο υπάρχουν µπάτσοι το ερώτηµα θα παραµένει. ∆εν είναι ούτε καλοί ούτε κακοί πάντως. Υπάρχει µια λεπτή διαχωριστική γραµµή που έχει ο καθένας στο κεφάλι του και που δεν ταυτίζεται µε του άλλου. Στο τέλος το έργο αφήνει τον θεατή να βρει τη δική του κόκκινη γραµµή».
– Νομίζω ότι δεν τα πάτε και πολύ καλά με τους αστυνομικούς...«Η δική µου θέση έχει λίγη προκατάληψη. ∆εν έχω ιδιαίτερη συµπάθεια στη στολή του αστυνοµικού. Είµαι παιδί της χούντας και η καθηµερινότητά µου είχε να κάνει µε τη στολή. Θυµάµαι ότι το 1971 µε έπιασαν γιατί φορούσα πέδιλα και είχα µακριά µαλλιά. Το µίσος πάντως που υπάρχει αποδεικνύει ότι δεν έχουν κλείσει οι λογαριασµοί. Ποτέ δεν είχαµε ανεξάρτητη Αστυνοµία. Υπάρχει πρόσφορο έδαφος για τάσεις, ακροδεξιούς, συγκρούσεις. Αναπτύσσονται η παραβατικότητα, οι συµµορίες, δρουν µε οµερτά και καλύπτουν ο ένας τον άλλον».
– Πιστεύετε ότι με τη στάση και τις απόψεις σας επηρεάζετε νεότερουςσυναδέλφους σας;«Προσπαθώ να το κάνω συνειδητά. Καµιά φορά παίρνω την πρωτοβουλία να µιλήσω στους νεότερους και συνειδητά διαδίδω την άποψή µου. ∆εν αναζητώ αυλή, το βρίσκω φθοροποιό. Πιστεύω στην αυστηρότητα στα επαγγελµατικά: να αµειβόµαστε, να είµαστε αξιοπρεπείς. Τα τελευταία χρόνια µειώθηκε και η αµοιβή και η αξιοπρέπεια. Κυρίως στην τηλεόραση. Πρέπει να δίνεις στον εαυτό σου το δικαίωµα να αρχίσει από το µηδέν. Αλλά όσο µεγαλώνουµε αυτό γίνεται όλο και πιο δύσκολο. ∆εν νιώθω µόνος σε αυτό που κάνω, υπάρχει µια βουβή εκτίµηση. Στη δουλειά µας θέλεις και να αναγνωρίζουν αυτόνοµα την καλλιτεχνική σου ιδιότητα και να µην επηρεάζει αυτό το τι είσαι ως άνθρωπος».
– Εφέτος θα κάνετε τηλεόραση; «Εχω παραδώσει στην κρατική τηλεόραση τον νέο κύκλο του ντοκυµαντέρ “Εύρηκα”. ∆εν ξέρω πότε θα βγει. Παλιά είχα κάνει 26 επεισόδια και τώρα, στα 13 καινούργια, έχω συνδυάσει πολλές επιστήµες. Είναι κάτι που αγαπώ ιδιαίτερα».
– Τριάντα χρόνια μετά την «Αστροφεγγιά», τι σκέφτεστε για τον ρόλο του Αγγελου Γιαννούζη;«Τότε µου φαινόταν πολύ στερεότυπο το ότι αναζητούσε ορίζοντες πέρα από το στενό του περιβάλλον. Τώρα µου φαίνεται ότι έχει πολύ βάθος και ουσία».
– Κύριε Καφετζόπουλε, μέσα σε δύο χρόνια είχατε σημαντικές διακρίσεις στη μεγάλη οθόνη...«Με τις ταινίες έχω µια µακρά ιστορία. ∆εν είναι όπως στο θέατρο, όπου µπαίνω και βγαίνω. Με εξαίρεση ένα µικρό διάστηµα που δεν ταίριαζαν τα χνώτα µου µε µια γενιά κινηµατογράφου, εδώ και 30 χρόνια είναι αδιάκοπη και φυσιολογική η σχέση µου. Η συνάντηση µε τον Φίλιππο Τσίτο ήταν και για τους δυο µας, θα έλεγα, κάπως καθοριστική. Ηταν πολύ σηµαντικό για µένα ως βετεράνο και για εκείνον ως φρέσκο στον χώρο».
– Πάντα αντιμετωπίζατε διαφορετικά το θέατρο;«Στο θέατρο δεν ήθελα καθόλου να κάνω πράγµατα στην κεντρική θεατρική σκηνή. Από την άλλη, η µη θεατρική κεντρική σκηνή µε αντιµετώπιζε µε επιφύλαξη λόγω αυτού του µπες-βγες µου. Στο θέατρο θέλω έναν χώρο που να χωρά 150 ανθρώπους για να είµαστε κοντά µε το κοινό, να βλεπόµαστε. Από τη θεατρική πιάτσα υπήρχε µια πίεση για µεγάλες σκηνές και µεγάλες παραγωγές. ∆εν µε τρελαίνει αυτό, δεν µε ευχαριστεί. Κάνω καλύτερα τη δουλειά µου όταν αισθάνοµαι ότι µε τους θεατές είµαι σε απόσταση τέτοια που να µπορούν να δουν λεπτές αποχρώσεις του ρόλου».
– Τι είναι η «Ατέλειωτη βροχή»; «Στην “Ατέλειωτη βροχή” οι δύο ρόλοι µεταφέρουν στη σκηνή, είτε µονολογώντας είτε σε διάλογο, άλλες σκηνές και άλλα πρόσωπα. ∆ύο κλασικοί αµερικανοί αστυνοµικοί πολύ δεµένοι µεταξύ τους µοιράζονται µια σχέση ζωής και θανάτου καθώς βρίσκονται µόνοι µέσα σε ένα περιπολικό. Εχουν µια κοντινή σχέση και ταυτοχρόνως υπάρχει γύρω τους µια κοινωνία που τους πιέζει να αποφασίσουν ποιος είναι δίκαιος, ποιος τίµιος. Οσο υπάρχουν µπάτσοι το ερώτηµα θα παραµένει. ∆εν είναι ούτε καλοί ούτε κακοί πάντως. Υπάρχει µια λεπτή διαχωριστική γραµµή που έχει ο καθένας στο κεφάλι του και που δεν ταυτίζεται µε του άλλου. Στο τέλος το έργο αφήνει τον θεατή να βρει τη δική του κόκκινη γραµµή».
– Νομίζω ότι δεν τα πάτε και πολύ καλά με τους αστυνομικούς...«Η δική µου θέση έχει λίγη προκατάληψη. ∆εν έχω ιδιαίτερη συµπάθεια στη στολή του αστυνοµικού. Είµαι παιδί της χούντας και η καθηµερινότητά µου είχε να κάνει µε τη στολή. Θυµάµαι ότι το 1971 µε έπιασαν γιατί φορούσα πέδιλα και είχα µακριά µαλλιά. Το µίσος πάντως που υπάρχει αποδεικνύει ότι δεν έχουν κλείσει οι λογαριασµοί. Ποτέ δεν είχαµε ανεξάρτητη Αστυνοµία. Υπάρχει πρόσφορο έδαφος για τάσεις, ακροδεξιούς, συγκρούσεις. Αναπτύσσονται η παραβατικότητα, οι συµµορίες, δρουν µε οµερτά και καλύπτουν ο ένας τον άλλον».
– Πιστεύετε ότι με τη στάση και τις απόψεις σας επηρεάζετε νεότερουςσυναδέλφους σας;«Προσπαθώ να το κάνω συνειδητά. Καµιά φορά παίρνω την πρωτοβουλία να µιλήσω στους νεότερους και συνειδητά διαδίδω την άποψή µου. ∆εν αναζητώ αυλή, το βρίσκω φθοροποιό. Πιστεύω στην αυστηρότητα στα επαγγελµατικά: να αµειβόµαστε, να είµαστε αξιοπρεπείς. Τα τελευταία χρόνια µειώθηκε και η αµοιβή και η αξιοπρέπεια. Κυρίως στην τηλεόραση. Πρέπει να δίνεις στον εαυτό σου το δικαίωµα να αρχίσει από το µηδέν. Αλλά όσο µεγαλώνουµε αυτό γίνεται όλο και πιο δύσκολο. ∆εν νιώθω µόνος σε αυτό που κάνω, υπάρχει µια βουβή εκτίµηση. Στη δουλειά µας θέλεις και να αναγνωρίζουν αυτόνοµα την καλλιτεχνική σου ιδιότητα και να µην επηρεάζει αυτό το τι είσαι ως άνθρωπος».
– Εφέτος θα κάνετε τηλεόραση; «Εχω παραδώσει στην κρατική τηλεόραση τον νέο κύκλο του ντοκυµαντέρ “Εύρηκα”. ∆εν ξέρω πότε θα βγει. Παλιά είχα κάνει 26 επεισόδια και τώρα, στα 13 καινούργια, έχω συνδυάσει πολλές επιστήµες. Είναι κάτι που αγαπώ ιδιαίτερα».
– Τριάντα χρόνια μετά την «Αστροφεγγιά», τι σκέφτεστε για τον ρόλο του Αγγελου Γιαννούζη;«Τότε µου φαινόταν πολύ στερεότυπο το ότι αναζητούσε ορίζοντες πέρα από το στενό του περιβάλλον. Τώρα µου φαίνεται ότι έχει πολύ βάθος και ουσία».
- «ΒΡΙΣΚΩ ΓΕΛΟΙΑ ΤΗΝ ΙΔΕΑ ΝΑ ΒΓΟΥΜΕ ΕΚΤΟΣ ΕΥΡΩΠΗΣ»
- ποτε & που
No comments:
Post a Comment