Μπορεί μετά το Πάσχα να μας περιμένουν αρκετές σημαντικές πρεμιέρες,
αλλά ως είθισται η θεατρική σεζόν λήγει την Κυριακή των Βαΐων. Αυτή η
ημερομηνία σηματοδοτεί και την ανασκόπηση όσων είδαμε τους μήνες που
πέρασαν, βολιδοσκοπώντας τις τάσεις και τα πρόσωπα που σημάδεψαν το
θεατρικό γίγνεσθαι. Ας ρίξουμε λοιπόν μια ματιά τι είδαμε φέτος και τι
μας έμεινε. Αυτό που σημάδεψε τη θεατρική σεζόν 2014-15 είναι ο μεγάλος αριθμός
των παραστάσεων. Ήδη έχουν ανέβει σχεδόν 900 και αναλογιζόμαστε όχι μόνο
τι προλάβαμε να δούμε, αλλά και τι χάσαμε. Οι παραστάσεις που διαρκούν
για μήνες αποτελούν παρελθόν και τη θέση τους έχουν πάρει
παραστάσεις-κομήτες που ανεβαίνουν για περιορισμένο χρονικό διάστημα, με
τις απαραίτητες παρατάσεις στο τέλος.
Το Εθνικό Θέατρο πέτυχε ως προς την εμπορικότητα
των περισσότερων παραστάσεών του, με τον κόσμο να στηρίζει το ανέβασμα
των «Μυστικών αρραβώνων» του Γρηγορίου Ξενόπουλου, αλλά και την «Πιαφ»
της Ελεωνόρας Ζουγανέλη. Όσον αφορά όμως το καθαρά καλλιτεχνικό κομμάτι,
μάλλον έχουμε μεγαλύτερες απαιτήσεις από το Εθνικό.
Ο Δημήτρης Καραντζάς κατάφερε πάντως να
καθιερωθεί ως ένας από τους κορυφαίους δημιουργούς της νέας γενιάς
ανεβάζοντας φέτος δύο παραστάσεις, το «Σλάντεκ» στο Πόρτα και τον
«Φαέθοντα» στο Κυκλάδων. Και αν με το πρώτο έδειξε ότι δεν ήταν
φωτοβολίδα και ήρθε για να μείνει, με το δεύτερο μας χάρισε ένα από τα
σπουδαιότερα ανεβάσματα έργου του Δημήτρη Δημητριάδη και περιμένουμε με
αληθινό ενδιαφέρον τα επόμενα βήματά του. Μην ξεχάσουμε να σημειώσουμε
και την ερμηνεία του Περικλή Μουστάκη στο ρόλο του πατέρα που θα την
ψηφίζαμε και για Όσκαρ.
Η Μαριάννα Κάλμπαρη [στη φωτογραφία] ανέλαβε φέτος την καλλιτεχνική διεύθυνση του Θεάτρου Τέχνης και
τα πήγε περίφημα. Παρά την αρχική δικαιολογημένη αμηχανία, το πρόγραμμα
έστρωσε στη συνέχεια και με παραστάσεις όπως «Το νησί των σκλάβων» και
«Η Λίλα λέει» (ξανά: είμαστε τυχεροί που παρακολουθούμε τη Λένα Δροσάκη
να συμβαίνει τώρα) απέδειξε πως ελάχιστα άτομα στην Ελλάδα μπορούν να
ανεβάζουν γαλλικά έργα τόσο εύστοχα όσο αυτή. Το νέο έργο της Λένας
Κιτσοπούλου με «τον τίτλο που δε λέγεται» συγκαταλέγεται μέσα στις
κορυφαίες δουλειές της ακριβώς επειδή είναι εντελώς προσωπική και
καθόλου ασφαλής επιλογή (ακόμη και για τα δεδομένα που η ίδια έχει
θέσει) και ο «Ιμμάνουελ Καντ» του Γιάννου Περλέγκα μπορεί να μη
συζητήθηκε πολύ, αλλά ήταν ένα αριστούργημα από κάθε άποψη, το οποίο
απολαμβάνεις τόσο να το βλέπεις όσο και να επεξεργάζεσαι τα νοήματά του
μετά.
Το Θέατρο του Νέου Κόσμου ήταν και φέτος από τις
καλύτερες επιλογές για το θεατρόφιλο κοινό που μένει συνειδητά μακριά
από τις μεγάλες εμπορικές σκηνές. Τα «Παράσιτα» ήταν μια από τις πιο
δυνατές παραστάσεις της σεζόν και δικαίως συζητήθηκαν τόσο, με τις Κόρα
Καρβούνη και Ιωάννα Κολλιοπούλου να πετυχαίνουν δύο ερμηνείες «γροθιά
στο στομάχι». Από εκεί και πέρα κρατάμε τη σαρωτική Ελένη Ουζουνίδου στο
μονόλογο «Σταματία, το γένος Αργυροπούλου», μια παράσταση που αγαπήθηκε
όσο λίγες από τον κόσμο και τους «Μεγάλους δρόμους» της νεοσύστατης
ομάδας Terre de Semis που μέσα από δύο διηγήματα της Λένας Κιτσοπούλου
είπαν τόσα πολλά περισσότερα και τους σημειώνουμε με κόκκινα γράμματα ως
ελπίδα για το μέλλον. Οι 4Frontal απέδειξαν την αδυναμία τους να κάνουν
ο,τιδήποτε που να είναι… κακό και με τις παραστάσεις «Ο Μουνής», «Όλα
τα μανιτάρια τρώγονται (αν και ορισμένα μόνο μία φορά)» και «Αντιγόνη»
έδωσαν το στίγμα τους στο εν λόγω θέατρο.
Η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών παρουσίασε ένα
δυνατό και προσεγμένο θεατρικό πρόγραμμα που ξεχώρισε για την
καλαισθησία του. Οι Vasistas τα… «έσπασαν» στα «Αίματα» του Αργύρη
Φιλίππου, σε μια παράσταση που ήταν punk τόσο στα λόγια όσο και στην
πράξη, ο «Άμλετ» του Γιάννη Χουβαρδά συνδύασε σύγχρονη εικαστική
αρτιότητα με νοηματική πληρότητα και διεκδικεί τον τίτλο της παράστασης
της σεζόν, ενώ ο «Ρομαντισμός» του Θέμελη Γλυνάτση παρά το γεγονός ότι
δεν ήταν εύκολα προσβάσιμος και είχε υψηλές απαιτήσεις από το κοινό, μας
άφησε θετικές εντυπώσεις και κάποιες σκηνές ανθολογίας.
Το Bios στήριξε και φέτος τους νέους δημιουργούς
που δοκιμάζουν εναλλακτικά πράγματα. Ξεχωρίσαμε την παράσταση «Από πρώτο
χέρι» της Γεωργίας Μαυραγάνη που ανέσυρε μνήμες παππούδων και γιαγιάδων
και μας έκανε να συγκινηθούμε, αλλά και το «Bloom»των Cheek Bones που
απέδειξε ότι μπορείς να μιλήσεις για τη σύγχρονη γενιά των 30 με χιούμορ
που είναι πανέξυπνο και αστείο δίχως να περιέχει βωμολοχίες.
Το θέατρο Πόρτα έγινε και αυτό καλλιτεχνικό
στέκι, κυρίως λόγω της ενότητας «Κακά αγόρια σε έργα με περίεργα
ονόματα». Εκτός από το «Σλάντεκ» για το οποίο μιλήσαμε ήδη, είδαμε το
«Λίλιομ» του καλλιτεχνικού διευθυντή Θωμά Μοσχόπουλου που μας συνεπήρε
με την ονειρική αύρα του και το «Mojo» επίσης σε σκηνοθεσία Θωμά
Μοσχόπουλου που με ένα φρενήρη ροκ ρυθμό μας θύμισε πόσο αγαπάμε το
«Reservoir Dogs» του Κουέντιν Ταραντίνο.
Ένα από τα πρόσωπα της σεζόν ήταν η Λένα Παπαληγούρα .
Σε όσες παραστάσεις και αν την είδαμε όμως, τίποτα δε συγκρίνεται με
την ερμηνεία της στην «Κατερίνα» του Αύγουστου Κορτώ. Μαζί με τον Γιώργο
Νανούρη και τη μουσική του Λόλεκ στήθηκε μια από τις επιτυχίες της
σεζόν που βασίστηκε ακριβώς στο πόσο «χύμα» εν τέλει ήταν, δίχως να
φιλτράρει τον πακτωλό συναισθημάτων.
Ο Κωνσταντίνος Ρήγος συνεχίζει να καταθέτει τη
δική του οπτική πάνω σε κλασικά έργα του ελληνικού και παγκόσμιου
θεάτρου. Φέτος τον είδαμε να ανεβάζει το «Rocky Horror Show» στο Rex και
την «Έντα Γκάμπλερ» στο θέατρο Σημείο. Και αν η δεύτερη πρότασή του μας
άφησε αδιάφορους, η πρώτη έλαμψε κυρίως λόγω του άστρου του φοβερού και
τρομερού Κωνσταντίνου Ασπιώτη.
Στο θέατρο Skrow ο Βασίλης Μαυρογεωργίου
συνεχίζει να καταθέτει φρέσκες και σύγχρονες προτάσεις με ξεχωριστή
οπτική. Φέτος ξεχώρισε «Η ιστορία της αυτοθυσίας» που πέτυχε να μας
κάνει να γελάσουμε, να κλάψουμε και να σκεφτούμε, όλα μαζί.
Δύο από τις μεγάλες εμπορικές επιτυχίες της σεζόν ήρθαν από μικρότερα θέατρα. Η «Μεγάλη χίμαιρα» του
Καραγάτση έφερε απανωτά sold out στο θέατρο Πορεία και θα συνεχιστεί
και τη νέα σεζόν με διαφορετική διανομή, σίγουρα πάντως όποια
αντικαταστήσει την υπέροχη Αλεξάνδρα Αϊδίνη θα έχει δύσκολο έργο στις
πλάτες της. Από την άλλη «Ο Σωσίας» στο θέατρο Ροές
έφερε την απόλυτη ισορροπία ανάμεσα στην εμπορικότητα και τον
πειραματισμό. Η παράσταση της Έφης Μπίρμπα μόνο εύκολη δεν μπορεί να
χαρακτηριστεί, η ερμηνεία του Άρη Σερβετάλη ήταν πάντως αντάξια των
απαιτήσεων και δίκαια αποτέλεσε κράχτη.
No comments:
Post a Comment