- Με την επιθεώρηση «Ελα απόψε στου... Μελά» και το θρυλικό «Μεγάλο μας τσίρκο»
Του Σπυρου Παγιατακη, Η Καθημερινή, 16/9/2012
Ελα απόψε στου... Μελάεπιλογή κειμένων - τραγουδιών: Ιάσων Τριανταφυλλίδηςσκηνοθ.: Γιάννης Καλατζόπουλοςθέατρο: ΚΘΒΕ
ΙΑΚΩΒΟΣ ΚΑΜΠΑΝΕΛΛΗΣΤο μεγάλο μας τσίρκοσκηνοθ.: Σωτήρης Χατζάκηςθέατρο: ΚΘΒΕ και Ακροπόλ
Αναφερόμενος στην αναβίωση της θρυλικής επιθεώρησης το «Μεγάλο μας Τσίρκο» του Ιάκωβου Καμπανέλλη που οδήγησε πριν από τρεισήμισι δεκαετίες την Τζένη Καρέζη και τον Κώστα Καζάκο στο ΕΑΤ/ΕΣΑ, ο κριτικός και ιστορικός του θεάτρου μας Κώστας Γεωργουσόπουλος έγραφε τον περασμένο Αύγουστο: «Τίποτα δεν άλλαξε 39 χρόνια μετά». Κι αυτό συμβαίνει, λέει, εφόσον εμείς οι Ελληνες εξακολουθούμε να κάνουμε χιλιάδες χρόνια «τα ίδια λάθη, τις ίδιες προδοσίες ιδεών και αξιών, τις ίδιες στρεβλώσεις και τις ίδιες ταπεινώσεις υφιστάμεθα από εχθρούς και φίλους». Μπορεί να ’ναι κι έτσι.
Η φετινή παράσταση σκηνοθετήθηκε «ορθόδοξα», δηλαδή στρωτά και παραδοσιακά από τον Σωτήρη Χατζάκη, κι όργωσε στην κυριολεξία ολόκληρη την καλοκαιριάτικη Ελλάδα. Ομως πολύ πιο κοντά στη σημερινή τραγική οικονομική κατάσταση βρίσκεται η άλλη επιθεώρηση του ΚΘΒΕ, «Ελα απόψε στου... Μελά», μία καλοδιαλεγμένη σύνθεση παλιών επιθεωρησιακών κειμένων και τραγουδιών -από τον Ιάσονα Τριανταφυλλίδη-, ανάμεσα στα οποία και από το «Λίγο απ’ όλα», την πρώτη επιθεώρηση που ανέβηκε στην Αθήνα στις 30 Αυγούστου 1894. Πιστεύω πως εκεί θα έπρεπε να επικεντρωθεί το ενδιαφέρον. Ηταν ένας κοσμοϊστορικός σταθμός για τη θεατρική ιστορία της χώρας μας. Γιατί «αν το “Λίγο απ’ όλα” ήταν το μοναδικό ντοκουμέντο που είχε απομείνει από εκείνη την εποχή, θα έβγαινε το συμπέρασμα πως η Ελλάδα είχε πάρει κάτι δάνεια από το εξωτερικό και αρνήθηκε να τα εξοφλήσει γιατί δεν είχε χρήματα» γράφει ο καθηγητής Θεατρολογίας Θόδωρος Χατζηπανταζής στη μελέτη που έκανε με τη Λίλα Μαράκα για την «Αθηναϊκή Επιθεώρηση» (εκδ. Ερμής, 1977).
Ηταν η εποχή που ο Χαρίλαος Τρικούπης (1832 - 1896) είχε κύριο στόχο την οικονομική ανάπτυξη, με αποτέλεσμα μια προσπάθεια επιβολής φόρων που βάραιναν δυσανάλογα τις λαϊκές τάξεις κι επέδρασαν αρνητικά στη δημοτικότητά του. Πιστεύοντας πως η ταχύρρυθμη οικονομική ανάπτυξη μπορούσε να πετύχει μόνο με τη βοήθεια των δανείων -που τελικά δεν πέτυχε- αναγκάστηκε να παραδεχτεί τη χρεοκοπία της χώρας με την ιστορική φράση «δυστυχώς επτωχεύσαμεν».
Η αναλογία με το σήμερα είναι ξεκάθαρη. Ομως με τον τρόπο που είναι χρονολογικά αρχειοθετημένα τα «νούμερα», η πικρή σάτιρα σαν να αποδυναμώνεται έτσι όπως το «Ελα απόψε στου Μελά» παρουσιάζεται σαν απλό ποτ-πουρί όλων των «κορυφαίων στιγμών της σύγχρονης ιστορίας μας». Προφανώς ο καλός γνώστης των παλιών εποχών, ο Ι. Τριανταφυλλίδης, συνέθεσε τη συρραφή πολύ προτού φτάσουν τα πράγματα στα σημερινά χάλια. Κι έτσι η σάτιρα παρέμεινε σ’ ένα μάλλον άσφαιρο τετράστιχο: «Κι αν σε πίκρανε πολύ/της Ευρώπης το βιολί/οι αρτίστες με το ντέφι/θα στο φτιάξουνε το κέφι».
Με καμιά τριανταριά ηθοποιούς, πλούσιο βεστιάριο που επιμελήθηκε ο Γιάννης Μετζικώφ, ζωντανή ορχήστρα που καθοδήγησε ο Κώστας Βόμβολος, μ’ έναν χορογράφο που ξέρει καλά το είδος της επιθεώρησης και βάζει σαρκαστικές αιχμές στον χορό, και κυρίως με τη γνώση του τετραπέρατου Ιάσονα Τριανταφυλλίδη και το σκηνοθετικό συμμάζεμα του Γιάννη Καλατζόπουλου, η παράσταση πέτυχε.
Ξεχωρίζοντας κάποιους ηθοποιούς, ο Χρήστος Παπαδημητρίου και η Εύη Σαρμή ως κομπέρ μένουν στη μνήμη μας, όπως και η έμπειρη -πλέον- Φωτεινή Μπαξεβάνη με το σόλο για «Τη Νέα Γυναίκα». Ο Τάσος Περζικιανίδης είναι από τους πλέον στέρεους ηθοποιούς για την επιθεώρηση, πανελλαδικά. Ηταν από τις πιο ευχάριστες δουλειές του φετινού καλοκαιριού.
Οσο για το ξαναζωντανεμένο «Μεγάλο Τσίρκο», αυτό πάλι παρ’ όλες τις αναζωογονητικές ενέσεις και τον θρύλο που κουβαλά, παρέμεινε προσγειωμένο σε μια εμφανή πλην παρδαλή μετριότητα. Πατώντας πάνω στη μεγάλη αλλά ξεθυμασμένη παράδοση του είδους, κι ανατρέχοντας στην ιστορία της Ελλάδας από την αρχαιότητα μέχρι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το «Τσίρκο» είχε ολότελα διαφορετική σημασία πριν από καμιά σαρανταριά χρόνια όταν κυριαρχούσαν ολότελα διαφορετικές καταστάσεις και -το κυριότερο!- όταν υπήρχε μια αυστηρή λογοκρισία. Τώρα είναι εμφανώς -αν όχι κι εντελώς ξεδοντιασμένο- πολιτικά άκαιρο.
Βέβαια με μερικούς εξαιρετικούς ηθοποιούς, όπως είναι ο Γιώργος Αρμένης που γνωρίζει πώς να ξεκαθαρίζει ερμηνευτικά τα υπονοούμενα που θέτει ο ίδιος, τη διαβολική Μαρία Ασλάνογλου, τους απολαυστικούς Τάσο Νούσια και Μιχάλη Γούναρη, αλλά κυρίως με την πάντοτε ισχύουσα μουσική του Σταύρου Ξαρχάκου, η σκηνοθετημένη «παραδοσιακά» από τον Σωτήρη Χατζάκη παράσταση επιβιώνει, αν και δίχως τεράστιες απαιτήσεις.
No comments:
Post a Comment