- «Να μην αφεθεί ο πολιτισμός στις μυλόπετρες της ελεύθερης αγοράς», σημειώνει η ηθοποιός Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου
- Συνέντευξη στη Γιουλη Eπτακοιλη, Η Καθημερινή, 7/8/2011
Τον χειμώνα που μας πέρασε μας γοήτευσε με ένα ρόλο σκληρό, σχεδόν εφιαλτικό· της δασκάλας στη Σπιναλόγκα της τηλεοπτικής σειράς «Νησί». Ρόλο με ρίσκο, όπως παραδέχεται και η ίδια, καθώς «ήταν στα όρια του μη ρεαλιστικού». Εξαιρετική ηθοποιός, ολοκληρωμένη και στέρεη, μας έχει συνηθίσει πάντα σε υψηλού επιπέδου δουλειές. Από το 1983 όταν και αποφοίτησε από τη δραματική σχολή του Θεάτρου Τέχνης Κάρολος Κουν έχει συνεργαστεί με σκηνοθέτες όπως ο Βασίλης Παπαβασιλείου, ο Θέμης Μουμουλίδης, ο Γιάννης Διαμαντόπουλος, ο Νίκος Χατζόπουλος και η Ρούλα Πατεράκη μεταξύ άλλων, και έχει ερμηνεύσει απαιτητικούς ρόλους. Αυτό το καλοκαίρι, η Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου περιοδεύει στην Ελλάδα και την Κύπρο με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, σε μία επετειακή παράσταση με τίτλο «Μικρά Διονύσια» για τα πενήντα χρόνια του Κρατικού.
Την συναντήσαμε στο διαμέρισμά της στην οδό Αμοργού στο κέντρο της Αθήνας, λίγο πάνω από την πλατεία Αμερικής. Μόλις είχε επιστρέψει από την Κύπρο, και έπαιρνε μερικές ανάσες πριν ξανακλείσει τις βαλίτσες της για τους επόμενους σταθμούς της περιοδείας· μεγάλος σταθμός το Αρχαίο θέατρο Επιδαύρου στις 12 και 13 Αυγούστου.
– Τι είναι τα Μικρά Διονύσια; Πώς θα περιγράφατε την παράσταση, γιατί από τον τίτλο και μόνο δεν είναι σαφές στο κοινό αυτό που θα παρακολουθήσει.
– Ναι, είναι αλήθεια αυτό. Πρόκειται για μια ειδική παράσταση-αφιέρωμα στον μισό αιώνα καλλιτεχνικής δημιουργία του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος. Με λίγα λόγια, είναι ένα ταξίδι μνήμης στην πορεία του Κρατικού από το ’61 μέχρι σήμερα. Στην παράσταση υπάρχει ένα κεντρικό πρόσωπο, ο Γιώργος Αρμένης, που υποδύεται έναν φροντιστή, ο οποίος δουλεύει πενήντα χρόνια στο ίδιο πόστο και θυμάται διάφορα γεγονότα, συγκινητικά περιστατικά. Παίζονται αποσπάσματα αρχαίου δράματος -κωμωδία και τραγωδία- που είναι αναγνωρίσιμα. Και το αποτέλεσμα είναι μια φινετσάτη παράσταση που βασίζεται πολύ στον λόγο. Ενα λουτρό ποίησης. Οι ηθοποιοί είναι όλοι εξαιρετικοί, η μουσική του Γιώργου Χριστιανάκη υπέροχη, είναι συνολικά μια όμορφη παράσταση. Με συγκίνησε το σχόλιο κάποιου θεατή που ήρθε και μου είπε «επιτέλους, πολιτισμός!».
– Πώς αποφασίσατε να συνεργαστείτε με το ΚΘΒΕ;
– Ηθελα να τιμήσω το ΚΘΒΕ, έναν οργανισμό που κάνει εδώ και πολλά χρόνια σοβαρή και αποτελεσματική δουλειά. Η περίφημη σχολή του έχει τροφοδοτήσει το ελληνικό θέατρο, άρα και την αθηναϊκή σκηνή με εξαιρετικούς ηθοποιούς. Θέλω να υπάρχουν δύο κρατικές σκηνές, το Εθνικό και το Κρατικό. Θεωρώ ότι μια χώρα που δεν έχει κρατικές σκηνές είναι μεγάλο ερώτημα σε ποια ήπειρο ανήκει, για να μην πω τίποτα χειρότερο. Και οι δύο αυτές σκηνές παράγουν σημαντικό έργο και πηγαίνουν πολύ καλά, ακόμη κι αν κάποια στιγμή είχαν ορισμένες αποτυχίες. Δεν πιστεύω ότι πρέπει να αφεθεί ο πολιτισμός στις μυλόπετρες της ελεύθερης αγοράς. Επίσης, ήθελα πάρα πολύ να συναντήσω τον Γιάννη Ρήγα, έναν σκηνοθέτη που εκτιμώ και αγαπώ πολύ αλλά και όλους τους υπόλοιπους συντελεστές. Ξέρετε, αν δεν νιώσω ότι έχω να συνομιλήσω με έναν σκηνοθέτη που με αφορά, και με ηθοποιούς που εκτιμώ και θαυμάζω, δεν παίρνω μέρος σε μια παράσταση. Δεν μ’ ενδιαφέρει τι ρόλο θα παίξω, αλλά με ποιους. Ποτέ δεν αντιμετώπισα την καλλιτεχνική μου πορεία με όρους καριέρας.
Εξαιρετική «σειρά»
– Είστε μέλος μιας εξαιρετικής «σειράς» ηθοποιών: Αμαλία Μουτούση, Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Μάνια Παπαδημητρίου, Λυδία Φωτοπούλου... Σήμερα, βγαίνουν καλές και καλοί ηθοποιοί;
– Εχουμε πολλούς, πολύ καλούς ηθοποιούς, ενώ αντίστοιχα δεν έχουμε πολλούς, πολύ καλούς σκηνοθέτες. Αλλά αυτή είναι προσωπική άποψη. Βρισκόμαστε σε μια περίοδο πανευρωπαϊκής αμηχανίας. Οι ξένοι σκηνοθέτες που έρχονται στην Ελλάδα και ανεβάζουν ελληνικά έργα, όπως και πολλοί εκ των δικών μας βρίσκονται σε σύγχυση. Προσπαθώντας δηλαδή να κάνουν αυτό που δεν έχει γίνει, αποδομούν τελείως τη συνθήκη αυτού που συμβαίνει. Εμένα δεν με πειράζει η αποδόμηση στην όψη και μάλιστα επιθυμώ πολύ το σύγχρονο παίξιμο. Αυτό που συμβαίνει καμιά φορά όμως είναι η αποδόμηση του νοήματος της Ιστορίας. Δεν μπορεί δηλαδή το άτακτο αγοράκι της οικογένειας να είναι μια μπάλα που τρώει κλωτσιές. Διότι εκεί δεν καταλαβαίνω τι βλέπω. Κι ούτε είμαι υποχρεωμένος να ξέρω το έργο. Αλλά και να ξέρω το έργο θέλω να δω το παιδάκι κι όχι μια μπάλα. Οταν, λοιπόν, καταλύεται η συνθήκη υπάρχει πρόβλημα.
– Πειθαρχείτε στον σκηνοθέτη;
– Φυσικά. Οταν είχα συνεργαστεί με τον Ματίας Λάνγκχοφ -στις Βάκχες του Ευριπίδη, παράσταση, μάλιστα, του ΚΘΒΕ το 1997- ο οποίος τότε θεωρήθηκε ακραίος, και λέω τότε γιατί σήμερα δεν θα ήταν, υπάκουσα απόλυτα σε όσα μου έλεγε. Την ίδια στιγμή του έλεγα τη γνώμη μου. Για τις «δωρεάν» προσκλήσεις που έκανε στην παράσταση τον είχα προειδοποιήσει ότι θα την πατήσει. Και την πάτησε. Δεν είναι το ζητούμενό μου να είμαι η επιζήσασα ενός ναυαγίου. Με ενδιαφέρει η παράσταση που συμμετέχω να είναι συνολικά πολύ καλή.
Τηλεόραση
– Ο ρόλος σας στο Νησί «έγραψε» πολύ τον χειμώνα που μας πέρασε. Σας ενδιαφέρει η τηλεόραση;
– Οταν γίνεται με αυτούς τους όρους, ναι. Και μιλάω για τη διανομή και, κυρίως, για τη Μιρέλα Παπαοικονόμου και τον Θοδωρή Παπαδουλάκη, ο οποίος είναι σπουδαίο ταλέντο, να τον έχει ο Θεός καλά! Δεν μπορώ να πάω όπου να ’ναι, προς το παρόν τουλάχιστον. Και, να, αυτό για μένα είναι το χειρότερο μέσα σ’ αυτήν την κρίση. Δεν ήθελα ποτέ να πλουτίσω. Ηθελα να ζω από τη δουλειά μου αξιοπρεπώς, και μέχρι σήμερα το έχω καταφέρει. Τώρα, δεν ξέρω τι θα γίνει στο μέλλον. Εχω μεγάλη αγωνία μέσα μου γιατί βλέπω άλλους συναδέλφους μου, πολύ καλούς ηθοποιούς που αυτή τη στιγμή δεν έχουν δουλειά - για τους άλλους δεν με νοιάζει, δεν μπορώ να πω ψέματα. Βλέπω και νέα ταλαντούχα παιδιά που νιώθουν ότι η γενιά τους είναι χαμένη. Εμείς, η γενιά μου, ζήσαμε και κάτι. Εγώ έγινα πρωταγωνίστρια στα 27 μου χρόνια. Δεν εννοώ ότι έδινα πολλές συνεντεύξεις, αλλά ότι μου ανατέθηκε να τραβήξω στις πλάτες μου το κάρο της παράστασης. Το ίδιο έγινε και με την Αμαλία Μουτούση, την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, τη Φιλαρέτη Κομνηνού, τη Μάνια Παπαδημητρίου. Βρέθηκαν στον δρόμο μας σκηνοθέτες-δάσκαλοι, όπως ο Βουτσινάς, ο Παπαβασιλείου, ο Μαρμαρινός, ο Μιχαηλίδης, και μας έδωσαν τη δυνατότητα με σειρά ρόλων να αποκτήσουμε τη ραχοκοκαλιά της πρωταγωνίστριας. Κι εδώ κολλάει το ότι δεν έχουμε πολλούς καλούς σκηνοθέτες σήμερα που να είναι παράλληλα και δάσκαλοι.
«Μικρά Διονύσια» στο θέατρο Επιδαύρου
Τα «Μικρά Διονύσια» που παρουσιάζονται στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου στις 12 και 13 Αυγούστου, είναι ένα θεατρικό «ψηφιδωτό» που αποτελείται από είκοσι οχτώ αποσπάσματα έργων αρχαίου δράματος που έχει παρουσιάσει το ΚΘΒΕ κατά τη διάρκεια της πενηντάχρονης πορείας του, τα οποία ενώνονται σε μια ενιαία παράσταση.
Μια σύνθεση κειμένων στην οποία έχουν χρησιμοποιηθεί σκηνές από τα εξής έργα: «Οιδίπους Τύραννος» του Σοφοκλή, «Οιδίπους Επί Κολωνώ» του Σοφοκλή, «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, «Προμηθέας Δεσμώτης» του Αισχύλου, «Τρωάδες» του Ευριπίδη, «Ορέστης» του Ευριπίδη, «Τραχίνιαι» του Σοφοκλή, «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή, «Ηλέκτρα» του Ευριπίδη, «Ορέστεια» (Χοηφόροι) του Αισχύλου, «Βάκχες» του Ευριπίδη, «Αίας» του Σοφοκλή, «Εκάβη» του Ευριπίδη, «Ελένη» του Ευριπίδη, «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη, «Νεφέλες» του Αριστοφάνη, «Πλούτος» του Αριστοφάνη, «Εκκλησιάζουσες» του Αριστοφάνη, «Ορνιθες» του Αριστοφάνη, «Θεσμοφοριάζουσες» του Αριστοφάνη, «Επτά Επί Θήβας» του Αισχύλου.
Σύνθεση κειμένων - Mετάφραση: Κ.Χ. Μύρης, σκηνοθεσία: Γιάννης Ρήγας - Γρηγόρης Καραντινάκης, σκηνικά: Λίλη Πεζανού, κοστούμια: Ερση Δρίνη, μουσική: Γιώργος Χριστιανάκης. Παίζουν οι Γιώργος Αρμένης, Λάζαρος Γεωργακόπουλος, Δημήτρης Διακοσάββας, Γιάννης Καλατζόπουλος, Μαρία Καραμήτρη, Γιάννης Καραούλης, Δημήτρης Κολοβός, Ταμίλλα Κουλίεβα, Λίνα Λαμπράκη, Σοφία Λάππου, Γιάννης Μαλλούχος, Φωτεινή Μπαξεβάνη, Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου, Κώστας Σαντάς, Βασίλης Σπυρόπουλος, Χρίστος Στυλιανού, Νίκος Ψαρράς.
Στο κέντρο βιώνω τη μοίρα της Ελλάδας
– Δεν είναι σκληρό να ζείτε στο κέντρο της Αθήνας;
– Κάθε μέρα που μπαίνω στο σπίτι μου, λέω «ευτυχώς, μπήκα και σήμερα». Είναι απελπιστική η κατάσταση. Ορδές πεινασμένων ανθρώπων περιφέρονται όλη νύχτα στους δρόμους, γιατί κοιμούνται με βάρδιες. Νοικιάζουν ένα σπίτι τριάντα άτομα και κοιμούνται με βάρδιες. Εχουν γίνει πολύ δύσκολα τα πράγματα. Και το χειρότερο είναι ότι έχουμε φτάσει στο σημείο να διασκελίζουμε ανθρώπινα ερείπια χωρίς να μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Σκέψου να έχεις ένα παιδάκι που βλέπει άλλους ανθρώπους πεσμένους κάτω κι αυτό, όπως και η μαμά του, να μη δίνουν καμία σημασία. Μετά λέμε είναι σκληρά τα παιδιά μας. Πώς να μην είναι; Βιώνουν ασχήμια, μιζέρια και αδιαφορία.
– Στο Παρίσι ζήσατε και δουλέψατε ως ηθοποιός και δασκάλα θεάτρου για αρκετά χρόνια. Μετανιώσατε που επιστρέψατε στην Ελλάδα;
– Κάποιες στιγμές έχω πει ότι έκανα λάθος που γύρισα από το Παρίσι, κάποιες άλλες, όμως, νιώθω ότι είναι κανονικό να βρίσκομαι κοντά στους δικούς μου ανθρώπους, στους φίλους μου. Βιώνω μαζί τους τη μοίρα της χώρας μου...
No comments:
Post a Comment