Monday, September 10, 2012

Κάτι τρέχει με τον Λούκο

  • Του Νικόλα Ζώη
  • ΤΑ ΝΕΑ: Σάββατο 08 Σεπτεμβρίου 2012


Στα τέλη Ιουλίου η θητεία του έληξε. Οι φήμες για την αντικατάστασή του έχουν δημιουργήσει αναστάτωση στον καλλιτεχνικό κόσμο. Τι πρoσέφερε τελικά στο Ελληνικό Φεστιβάλ ο διευθυντής του και ποιοι τον πολεμούν; Αν κρίνουμε από την πλειονότητα του κόσμου που πήρε θέση στο ζήτημα, το Ελληνικό Φεστιβάλ, έξι χρόνια μετά την πρόσκληση του τότε πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή προς τον επί χρόνια διευθυντή του μπαλέτου της Οπερας της Λυών, μόνο να κερδίσει έχει από την παραμονή του Λούκου. Με αφορμή τις φήμες για την αντικατάστασή του, κυκλοφόρησε πρόσφατα μία επιστολή υπογεγραμμένη από ογδόντα περίπου ανθρώπους της τέχνης - που στο μεταξύ δεκαπλασιάστηκαν, με την προσθήκη και πολλών θεατών - και εκτός των άλλων τονίζουν «πως χάρη στον Γιώργο Λούκο [...] η μικρή μας χώρα απέκτησε ένα "μεγάλο" φεστιβάλ, γνωστό πλέον στους πιο αναγνωρισμένους καλλιτεχνικούς θεσμούς, σε διεθνούς φήμης καλλιτέχνες και στον σοβαρό ξένο Τύπο».

Οι υποστηρικτές δεν άργησαν να πληθύνουν. Στα ήδη αναγνωρισμένα πλεονεκτήματα του Λούκου πρόσθεσαν ότι «απομάκρυνε ατζέντηδες, κυρίως αυτούς με τα mainstream περιφερόμενα θεάματά τους, και έκλεισε το τηλέφωνο σε όλον αυτό τον εσμό των μετρίων, που θεωρούσαν Ηρώδειο και Επίδαυρο βιλαέτια τους». Το θαύμα της Πειραιώς 260, που από το τίποτα -εργοστάσια που ρήμαζαν ήταν όταν ο Λούκος τα είχε πρωτοεπισκεφθεί πάνω σε ένα μηχανάκι - μεταμορφώθηκε με δική του πρωτοβουλία σε χώρο ικανό να υποδέχεται σύγχρονες παραστάσεις, ασύμβατες με τον ακαδημαϊσμό των μνημειακών χώρων, άρα και επιπλέον νεανικό κοινό, χρειάστηκε να τονιστεί ξανά. Το ίδιο και οι συνεργασίες του Ελληνικού Φεστιβάλ με εκείνο της Αβινιόν, οι παγκόσμιες πρεμιέρες ονομάτων όπως του Μπαρίσνικοφ ή της Σαουμπίνε που προσείλκυαν ξένους ανταποκριτές, το ίδιο και καλλιτέχνες σαν την Πίνα Μπάους, την Αριάν Μνουσκίν, τη Σιλβί Γκιλέμ που ήρθαν στην Ελλάδα εξαιτίας του. Λίγοι επίσης ξεχνούσαν έργα όπως το «Πεθαίνω σαν χώρα», που με τη σκηνοθεσία του Μαρμαρινού βγήκε από τα ελληνικά σύνορα, ή νέους δημιουργούς που αναδείχθηκαν μέσα από το Φεστιβάλ, όπως ο Καλαβριανός, ο Αζάς, ο Κακάλας, ο Γωγιός και τόσοι ακόμα.

Τα πνεύματα άναψαν όταν κάποιοι έκριναν εκείνη την επιστολή σαν μια κίνηση πανικού εκείνων που ευνοήθηκαν από τον Λούκο. Ονόματα όπως ο Γιάννης Μόρτζος («δηλώνω ότι η θητεία του είναι άκρως αμφιλεγόμενη, ας δοθεί η ευκαιρία και σε κάποιον με περισσότερη έμφαση στην ελληνικότητα του χαρακτήρα τού Φεστιβάλ») κοινοποίησαν στα Μέσα και στο Διαδίκτυο τη γνώμη τους. Αλλοι έθεσαν ζητήματα οικονομικά.
  • Στην Πειραιώς 260
«Οταν ανέλαβα», λέει στα «ΝΕΑ» ο Λούκος, «είχαμε σαράντα με πενήντα χιλιάδες εισιτήρια το πολύ. Ανοιχτήκαμε στην πόλη και καταφέραμε να φθάσουμε σε κοινό διακοσίων χιλιάδων με παραστάσεις και στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, στην Πειραιώς 260 αλλά και σε πολλούς χώρους της Αθήνας. Ακόμη και φέτος η πληρότητα παρέμεινε σε ποσοστά που αγγίζουν το 90%». Οικονομικά εμπόδια; «Τον πρώτο χρόνο η τακτική επιχορήγηση ήταν πέντε εκατομμύρια ευρώ, σταδιακά μειώθηκε σε τέσσερα, μετά σε τρία και από αυτά μας έδωσαν μόνο ενάμισι εκατομμύριο για το 2011», συμπληρώνει. «Μετά μας έδωσαν άλλες 500.000 ευρώ, υπολείπεται δηλαδή ένα εκατομμύριο για το 2011. Επίσης δεν έχουμε λάβει την επιστροφή του ΦΠΑ για τα έτη 2008, 2009, 2010 και 2011, που φθάνουν τα 2.350.000 ευρώ, και φυσικά το υπόλοιπο της επιχορήγησης για το 2012. Σύνολο, 4.350.000 ευρώ».

Πίσω στα καλλιτεχνικά και στο άλλο «στρατόπεδο», στο οποίο βρέθηκε και ο Στέφανος Ληναίος με τη δική του δημοσιοποιημένη επιστολή, παραθέτοντας πλήθος μεγάλων ονομάτων της τέχνης που τίμησαν το Φεστιβάλ μέχρι το 2006, απαντώντας έτσι στο αν επρόκειτο για «επαρχιώτικο» ή «παρηκμασμένο» θεσμό. Σε ερώτηση από τα «ΝΕΑ» αν θέλει να αντικατασταθεί ο Γιώργος Λούκος και γιατί, απάντησε ότι «δεν έχει σημασία αν θα φύγει ή θα μείνει. Σημασία έχει αν πιστεύει και υπηρετεί επάξια τη φιλοσοφία του Ελληνικού Φεστιβάλ και όχι τις προσωπικές του θέσεις σε κάποιον δικό του θίασο και σε έναν οποιονδήποτε χώρο, μη δίνοντας λογαριασμό σε κανέναν. Και μόνο όμως με την πρώτη, "ιστορική" δήλωσή του στην "Ελευθεροτυπία" τον Ιούνιο του 2007, στην οποία έλεγε "δεν νομίζω ότι το θέατρο της Επιδαύρου είναι ιερότερο από οποιοδήποτε άλλο θέατρο", μας πείθει ότι δεν έχει καμιά σχέση με τη φιλοσοφία του Φεστιβάλ της Ελλάδας».

Ο αρμόδιος υπουργός από την πλευρά του, σε επικοινωνία των «ΝΕΩΝ», αρνήθηκε να κάνει κάποιο σχόλιο και μέσω εκπροσώπου του απάντησε απλώς ότι ισχύουν οι παλαιότερες δηλώσεις του. Ποιες ήταν αυτές; «Την απόφαση που θα πάρω δεν θα τη στηρίξω στο αν ο δείνα που θα αναλάβει πρόεδρος σε έναν οργανισμό είναι αρεστός σε μια ομάδα. Η ευθύνη του υπουργού πολιτισμού πρέπει να υπακούει μόνο σε έναν γνώμονα. Οι άξιοι να έχουν λόγο», έλεγε μεταξύ άλλων σε συνέντευξή του στα τέλη Αυγούστου ο αναπληρωτής υπουργός Πολιτισμού Κ.Τζαβάρας, ενώ ερωτώμενος αν θεωρεί άξιο τον κ. Λούκο, απαντούσε: «Αξιότατο. Αλλά αυτό τι σημαίνει; Οτι όταν κάποιος είναι άξιος πρέπει να μονιμοποιηθεί σαν δημόσιος υπάλληλος κάπου;» Μερικές ημέρες αργότερα, σε ραδιοφωνική συνέντευξη, θα έλεγε ακόμα ότι έχει μιλήσει με τον κ. Λούκο «για ένα Φεστιβάλ που θα συνδεθεί με τα προβλήματα του κόσμου, τις δυσκολίες του και θα τονώνει την εθνική του συνείδηση».

«Η περίπτωση του αργεντίνικου θιάσου, που μας μετέφερε στην Αργεντινή της απόγνωσης λόγω της αντίστοιχης οικονομικής κρίσης, είναι ενδεικτική, έγινε μάλιστα sold out αμέσως. Από την άλλη πετυχημένες παραστάσεις όπως το "Insenso" του Μαρμαρινού, επίσης sold out, δεν έπρεπε να ανεβούν φέτος;» λέει για όλα αυτά ο κ. Λούκος. Την άποψη που τον θέλει να εμμένει σε συγκεκριμένα πρόσωπα δεν τη δέχεται. «Δεν είναι καθόλου αλήθεια. Είναι σίγουρα δεκάδες οι νέοι καλλιτέχνες και δημιουργοί, χορογράφοι, ηθοποιοί, μουσικοί και άλλοι που κάθε χρόνο συμμετέχουν», λέει. «Ασφαλώς ορισμένοι που κάθε χρόνο συμμετείχαν επί δεκαετίες θίχτηκαν και εκφράζουν με κάθε τρόπο την αντίθεσή τους».

Οπως και να έχει, τα στοιχεία του φετινού απολογισμού τού Φεστιβάλ είναι μάλλον ενθαρρυντικά. Παρά τη μειωμένη λόγω κρίσης διάρκειά του, από τις 118 συνολικά παραστάσεις οι 56 είχαν πληρότητα μεταξύ 80% και 100%, με τις εισπράξεις του θεσμού να ανέρχονται στα 2.325.000 ευρώ. Η επισκεψιμότητα στην Πειραιώς ήταν αυξημένη, σε αντίθεση με εκείνη της Επιδαύρου και του Ηρωδείου, που ήταν κάπως πεσμένη. Η «Πρώτη ύλη» του Δημήτρη Παπαϊωάννου και η «Μπαλάντα του γερο-ναυτικού» με τη Φιόνα Σο, έκαναν πρεμιέρα εδώ και θα συνεχίσουν στο εξωτερικό. Δεκαέξι νέοι σκηνοθέτες και δέκα νέοι χορογράφοι παρουσίασαν το έργο τους και όσο για την περίφημη «ελληνικότητα» του Φεστιβάλ, δύσκολα αμφισβητείται όταν από τις 25 θεατρικές παραστάσεις οι 19 ήταν ελληνικές, όταν παρουσιάστηκαν 6 έργα της αρχαιοελληνικής δραματουργίας, όταν καταχειροκροτήθηκαν παραστάσεις όπως η συναυλία του Θεόδωρου Κουρεντζή, το «Canto General» του Θεοδωράκη, εκείνη στο Αρχαίο Θέατρο Δελφών (που επαναλειτούργησε φέτος μετά από 30 περίπου χρόνια) ή ο «Βαφτιστικός» του Σακελλαρίδη.

Απόφαση πάντως, δεν έχει ακόμα ληφθεί. Στο μεταξύ, οι υπογραφές της επιστολής των «ευνοημένων» του Λούκου έχουν ξεπεράσει τις οκτακόσιες. Στη σχετική συζήτηση, πλέον μερικοί θυμίζουν θητείες όπως του Ζαν Βιλάρ στο Φεστιβάλ της Αβινιόν ή του Πίτερ Χολ και του Νίκολας Χάιτνερ στο Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας, που σε σχέση με εκείνη του Λούκου ήταν αιώνιες. Το τελευταίο, ωστόσο, δεν αλλάζει τη γνώμη της άλλης πλευράς - «όλοι οι μεγάλοι που διηύθυναν πολλά χρόνια μεγάλους καλλιτεχνικούς οργανισμούς ήταν καταξιωμένοι πνευματικοί άνθρωποι», παρατηρεί ο Στέφανος Ληναίος, «νομίζω όμως ότι η Πολιτεία διόρισε το σημερινό πρόεδρο του Φεστιβάλ επηρεασμένη από τη γνωστή, "προφητική" φράση πρώην διευθυντή του Εθνικού, που είχε δηλώσει απερίφραστα ότι "το Εθνικό δεν χρειάζεται πνευματικούς ανθρώπους αλλά καλούς μάνατζερ"».

Αν είναι έτσι, τότε ο Λούκος είναι ένας μάνατζερ από χόμπι, αφού «σε σχέση με τους περισσότερους συμπολίτες μας που δοκιμάζονται», όπως λέει, «έχω την "πολυτέλεια" να προσφέρω άμισθα τις υπηρεσίες μου ως πρόεδρος και καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ, κατ' επιλογήν μου και για πολλούς λόγους». Οχι ότι αυτό δεν του επιτρέπει να έχει άποψη για το αν ο θεσμός θα έπρεπε να βασίζεται σε δομές που εξασφαλίζουν τη βιωσιμότητα και την ποιότητά του, ανεξαρτήτως προσώπων: «Αλλά αυτό που με ρωτάτε», λέει στα «ΝΕΑ», «δεν είναι λίγο αυτονόητο;»

No comments: